Την μετάθεση της απόσυρσης των λιγνιτικών μονάδων έως το 2028, ε αναθεώρηση το 2023 προβλέπει ο νέος Κλιματικός Νόμος που κατατέθηκε σε δημόσια διαβούλευση και παρουσιάστηκε σε συνέντευξη Τύπου από τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστα Σκρέκα και τον υφυπουργό Γιώργο Αμυρά.
Με την ολοκλήρωσή της, το σχέδιο νόμου θα κατατεθεί στη Βουλή προς ψήφιση. Ο κ. Σκρέκας μίλησε «για ιστορική νομοθετική πρωτοβουλία, για πρώτη φορά η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής μετουσιώνεται σε νομοθετική πρωτοβουλία».
Ο πρώτος κλιματικός νόμος που αποκτά η χώρα φέρνει σημαντικές αλλαγές. Πιο συγκεκριμένα:
Τίθεται στόχος η Ελλάδα ως το 2050 να καταστεί κλιματικά ουδέτερη, με ενδιάμεσους στόχους, να έχουν μειωθεί οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά 55% ως το 2030 και κατά 80% ως το 2040.
Εκτός από τις Περιφέρειες και οι Δήμοι εμπλέκονται με δημοτικά σχέδια μείωσης εκπομπών CO2 ανά 5ετία, που θα αποτελούν προϋπόθεση για τις χρηματοδοτήσεις.
Για τα κτίρια, απαγορεύεται από το 2023 η εγκατάσταση καυστήρων πετρελαίου όπου υπάρχει δίκτυο φυσικού αερίου, το 2025 απαγορεύεται η εγκατάσταση καυστήρων πετρελαίου γενικά σε νέα κτίρια, ενώ από το 2030 απαγορεύεται η χρήση καυστήρων πετρελαίου. Σήμερα οι συνδέσεις φυσικού αερίου υπολογίζονται σε 500.000 σε σύνολο 4,5 εκατομμυρίων κτιρίων. Τα κτίρια που θερμαίνονται με καυστήρες πετρελαίου και θα πρέπει μέχρι το 2030 να αντικαταστήσουν τα συστήματά τους, υπολογίζονται έως το 40% του συνόλου των κτιρίων. Εκτός από το πρόγραμμα «Εξοικονομώ» μελετώνται και άλλα χρηματοδοτικά εργαλεία, που θα βοηθήσουν τα νοικοκυριά να επενδύσουν στην αλλαγή του καυστήρα τους και να επωφεληθούν από τη μείωση του κόστους της θέρμανσης.
Στα μη διασυνδεδεμένα νησιά θεσπίζεται στόχος μείωσης των εκπομπών κατά 80%, με απαγόρευση της χρήσης μαζούτ από το 2030.
Από το 2025 σε όλα τα νέα κτίρια σε ζώνες υψηλής τρωτότητας καθίσταται υποχρεωτική η ασφάλιση έναντι κινδύνων κλιματικής αλλαγής. Πρόκειται για τις περιοχές όπου υπάρχει υψηλός κίνδυνος για πυρκαγιές, πλημμύρες κ.λπ.
Για την αύξηση της επιδότησης
Ο κ. Σκρέκας, ερωτηθείς για το ενδεχόμενο αύξησης της επιδότησης ρεύματος, ανέφερε ότι το ποσό των 39 ευρώ καλύπτει την αύξηση της χονδρεμπορικής τιμής έως το επίπεδο των 220 ευρώ/MWh, που είναι η μέση τιμή για τον Νοέμβριο ως τώρα. Άφησε, ωστόσο, ανοιχτή την προοπτική αυτή, ανάλογα με το πώς θα κινηθεί η συγκυρία των τιμών. «Εδώ είμαστε», είπε, «εάν χρειαστεί μέχρι το τέλος του έτους να δούμε τι θα κάνουμε μετά τον Ιανουάριο. Συζητάμε τη δημιουργία αυτόματου μηχανισμού που θα υπολογίζει την αύξηση της επιδότησης ανάλογα με τη χονδρεμπορική τιμή, αλλά και το πλεόνασμα του λογαριασμού των ΑΠΕ. Είμαστε η μόνη κυβέρνηση της Ε.Ε. που αξιολογούμε και αναθεωρούμε την επιδότηση, εάν χρειαστεί».