Σε πρώτη ανάγνωση το νέο φορολογικό νομοσχέδιο φαίνεται να κάνει τα εύκολα, δύσκολα και τα απλά, πολύπλοκα, αφού ο βασικός κανόνας είναι η εξαίρεση. Το νομοσχέδιο, που δόθηκε σε δημόσια διαβούλευση, έφερε νέες αλλαγές στη φορολόγηση των ελευθέρων επαγγελματιών, καθώς και 10 μέτρα για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής. Το σκεπτικό στο νέο πλαίσιο της φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών βασίζεται σε προσαυξήσεις με εκπτώσεις και απαλλαγές με εξαιρέσεις, αντί με αλγόριθμο να θεσπίζει ψηφιακά κριτήρια.
Ως μέγιστο τεκμαρτό κέρδος ορίζεται το ποσό των 50.000 ευρώ, ενώ προβλέπονται οκτώ περιπτώσεις, όπου το ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα είναι μαχητό, περιλαμβάνοντας εξαιρέσεις, αλλά και μειώσεις. Για παράδειγμα, μειώνεται κατά 50% η προκαταβολή φόρου για το 2024 στους ελεύθερους επαγγελματίες που θα φορολογηθούν με το τεκμαρτό εισόδημα. Επίσης, μειώνεται το τέλος επιτηδεύματος σε όσους δηλώσουν πάνω από το τεκμαρτό. Όμως, για τους επαγγελματίες που δηλώνουν ζημιές και φορολογούνται με το τεκμήριο, οι ζημιές δεν μεταφέρονται για να συμψηφιστούν με τα κέρδη επόμενων ετών. Θα έπρεπε κατά την άποψη μας να επιτρέπεται τουλάχιστον για μια χρήση σε βάθος πενταετίας, ο συμψηφισμός ζημιών και κερδών.
Καλώς περιλαμβάνονται διατάξεις για τον περιορισμό των συναλλαγών με μετρητά, ενώ σωστά δίνεται κίνητρο για αποδείξεις, μέσω μεγαλύτερης έκπτωσης φόρου στις περιπτώσεις ανακαίνισης κατοικίας, περιλαμβάνοντας δαπάνες και για την αγορά υλικών. Στις βραχυχρόνιες μισθώσεις επιβάλλεται ΦΠΑ στην περίπτωση που αξιοποιούνται τρία ακίνητα ή περισσότερα και επιβάλλεται τέλος για την κλιματική αλλαγή, αντί για τέλος διανυκτέρευσης. Ακόμα, περιλαμβάνονται θετικά μέτρα για τις αποδείξεις, τα ηλεκτρονικά τιμολόγια, όπως και μέτρα για την αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου. Θετική είναι η αλλαγή αναφορικά με το bonus μόνο σε επώνυμες καταγγελίες και εφόσον επιβεβαιωθούν. Η πλατφόρμα myDATA σωστά αναδεικνύεται σε βασικό όπλο κατά της φοροδιαφυγής και σωστά από το 2024 θεσπίζεται η υποχρεωτική ηλεκτρονική διαβίβαση των λογιστικών αρχείων στην ΑΑΔΕ για να ορίζονται οι εκπτώσεις φόρων. Όμως είναι άδικο και πρέπει να επανεξεταστεί η διάταξη που μάλιστα δεν συνάδει με τα λογιστικά πρότυπα να μην λαμβάνονται υπόψη οι δαπάνες προς έκπτωση, εάν τα παραστατικά που έχουν εκδοθεί, εκ παραδρομής ή εξαιτίας κάποιου τεχνικού προβλήματος δεν έχουν διαβιβασθεί στο myDATA.
Στη προσπάθεια να βάλουμε στο προσκήνιο τις αποδείξεις σε συνδυασμό με τις 15% απώλειες στον ΦΠΑ προτείνουμε το χτίσιμο του αφορολόγητου να υπολογίζεται, όχι με την αξία της απόδειξης, αλλά με το 24% ή το όποιο ποσοστό ΦΠΑ της κάθε απόδειξης, ώστε να απαιτούνται τουλάχιστον τετραπλάσιες αποδείξεις από όλους τους φορολογούμενους.
Στην Ελλάδα οι έμμεσοι φόροι ξεπερνούν το 19% ως ποσοστό του ΑΕΠ, ενώ στην Ευρώπη κυμαίνονται στο 13,5%. Τα έσοδα από άμεσους φόρους στην Ελλάδα είναι 8,5% ως ποσοστό του ΑΕΠ, ενώ στην Ευρώπη ξεπερνούν το 13%. Η Eurostat δείχνει πως το μερίδιο των εσόδων από τη φορολογία των ελευθέρων επαγγελματιών αγγίζει το 0,8% του ΑΕΠ στην Ελλάδα, ενώ το 2,1% στην ΕΕ. Ως εκ τούτου φαίνεται πως οι Έλληνες φαίνεται να καταβάλλουν αναλογικά το 38% των άμεσων φόρων που καταβάλλουν οι Ευρωπαίοι, αλλά και 40% περισσότερους έμμεσους φόρους. Επίσης, σύμφωνα με τη Eurostat η απώλεια εσόδων από ΦΠΑ που δεν αποδίδεται στη χώρα μας, υπολογίζεται στο 15%, αλλά με καθοδική πορεία από 23% το 2019, ενώ στην ΕΕ είναι στο 9%. Τέλος επιμένουμε στη θέση μας πως πρέπει να επιβραβευτεί η φορολογική συνέπεια με μείωση των φορολογικών συντελεστών. Συνεχίζουμε με τεκμηριωμένες παρεμβάσεις να συμμετέχουμε στη δημόσια διαβούλευση και ελπίζουμε σε στοχευμένες βελτιώσεις του φορολογικού.
Το άρθρο του κ. Κορκίδη δημοσιεύτηκε στο ΑΠΕ