Τις μεγάλες ευθύνες των Τραπεζών στην πορεία πώλησης της Forthnet επισημαίνει σε άρθρο του ο Γιάννης Χαλαβαζής, καταγράφοντας παράλληλα και σειρά εξίσου σημαντικών παραμέτρων που επηρεάζουν καταλυτικά τις διαπραγματεύσεις και την πιθανή τελική κατάληξη των μακροχρόνιων διαπραγματεύσεων των ενδιαφερoμένων με τις Τράπεζες.
Για την επιχειρηματική πορεία της Forthnet, από το 1994 που ιδρύθηκε ως «τεχνοβλαστός» στο Ιδρυμα Τεχνολογίας Ερευνας (ΙΤΕ) της Κρήτης για την ιντερνετική διασύνδεση Πανεπιστημίων, Ερευνητικών Κέντρων, χρηστών κ.α, μέχρι σήμερα, έχουν γραφτεί «βιβλιοθήκες» άρθρων, κριτικών, αναλύσεων απόψεων και φυσικά ρεπορτάζ. Η Forthnet μπορεί άνετα να χαρακτηριστεί ως η δημοφιλέστερη του επιχειρηματικού ρεπορτάζ των τηλεπικοινωνιών της τελευταίας πενταετίας.
Από το μετοχολόγιο της Forthnet από το 1994, που ξεκίνησε με πρώτους μετόχους της, το ΙΤΕ, τις Μινωικές Γραμμές και την Κυπριακή Τράπεζα Αναπτύξεως που μπήκε το 1997, έχει περάσει πλειάδα ισχυρών και σημαντικών ελληνικών και διεθνών οίκων. Διεθνείς και ελληνικές εταιρείες όπως η Τelecom Italia, η Intracom, ο επενδυτικός οίκος Navator, η αραβική EIT και εσχάτως η Wind με την Vodafone είναι ορισμένες από τις χαρακτηριστικές περιπτώσεις εταιρειών, που είδαν ως επενδυτική ή επιχειρηματική ευκαιρία την είσοδό τους στην Forthnet. Στις σελίδες του χρηματιστηριακού ρεπορτάζ έχουν καταγραφεί πολλές περιπτώσεις που αποκόμισαν όχι μόνο μεγάλες υπεραξίες, αλλά και μεγάλες απώλειες με χαρακτηριστική όλων τις σημερινές πιστώτριες Τράπεζες, οι οποίες βρίσκονται σε αδιέξοδο, που η λύση του προσoμοιάζει με τον «γόρδιο δεσμό».
Οι κινήσεις των κατα καιρούς επενδυτών, που απασχόλησαν επί μακρόν τις στήλες των επιχειρηματικών σελίδων, βασίστηκαν στα πολύ μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης και κερδοφορίας μίας περιόδου κατά την οποία οι ελληνικές τηλεπικοινωνίες ήταν αγορά «υπό ανάπτυξη». Σήμερα, εποχή της «ωριμότητας», του έντονου ανταγωνισμού, της συγκέντρωσης, των ακριβών και βαρέων επενδύσεων αλλά και της δυσβάσταχτης φορολογίας, οι παλιές καλές ημέρες έχουν περάσει ανεπιστρεπτί.
Σε αυτή την περίοδο, η οποία συνοδεύεται και από σειρά άλλων ανασταλτικών παραγόντων macro και micro οικονομικής υφής, απoφάσισαν οι πιστώτριες Τράπεζες (Alpha, Eθνική, Πειραιώς και Αττικής) να πουλήσουν την συμμετοχή τους στην Forthnet έχοντας «απέλπιδες ελπίδες» ότι θα διασφαλίσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος από την υψηλή δανειοδότηση της εταιρείας, περίπου 325 εκατ. ευρώ, η οποία μέχρι σήμερα τους έχει αποφέρει πάνω από 120 εκατ. ευρώ από την εξυπηρέτησή της από την εταιρεία Forthnet.
Οι πιστώτριες Τράπεζες – Μέτοχοι έχασαν πολλές ευκαιρίες να απεμπλακούν από την Forthnet. Μία εξ αυτών ήταν όταν η Wind φέρεται να είχε προσφέρει σχεδόν 200 εκατ. ευρώ μετρητά για την απόκτηση του μεριδίου των βασικών μετόχων (80%), με επόμενο στόχο την αγορά των μετοχών της μειοψηφίας την έξοδο της εταιρείας από το Χρηματιστήριο και μάλιστα χωρίς «κούρεμα» των δανειακών οφειλών. Και λέμε «φέρεται» γιατί ως γνωστόν οι Τράπεζες δεν δημοσιοποιούν το περιεχόμενο ανάλογων προσφορών, όταν δεν γίνονται μέσω του Χρηματιστηρίου.
Φτάνοντας στο 2018 ο «κόμπος» της Forthnet έχει φτάσει πια στο «χτένι» με άδηλο μέλλον. Οι επαϊόντες έχουν ήδη καταλογίσει ουσιαστικές και βαριές ευθύνες στις πιστώτριες Τράπεζες – Μετόχους για ανούσιες μεθοδεύσεις, καθυστερήσεις, ολιγωρία και έλλειψη στρατηγικής για την αγορά των τηλεπικοινωνιών. Tην έλλειψη εμπειρίας θέλησαν να καλύψουν με την πρόσληψη του ελληνικού γραφείου της Nomura αντί της HSBC, λόγω χαμηλότερου τιμήματος, για να χειριστεί ένα σύνθετο, πολύπλοκο και περίπλοκο πρόβλημα, αυτό της εξαγοράς της Forthnet, το οποίο έτσι ή αλλιώς θα έχει αναπόφευκτες αρνητικές επιπτώσεις στην μελλοντική αποτύπωση των δανείων της εταιρείας στους ισολογισμούς των Τραπεζών.
Από το τέλος του 2017 γίναμε αυτόκλητοι θεατές σε μία ιλαροτραγωδία, όταν αποφάσισαν οι πιστώτριες Τράπεζες να τελειώσουν επιτέλους με την Forthnet. Σήμερα μετά από προσκλήσεις ενδιαφέροντος, ατέρμονες διαβουλεύσεις, διαπραγματεύσεις, διερευνητικές επαφές, προσκλήσεις, ανούσια non papers και χτυπήματα “κάτω από την μέση” φτάσαμε στην διαδικασία των δεσμευτικών προσφορών, που θα κατατεθούν μετά από εσωτερικό οικονομικό έλεγχο της Forthnet.
Ετσι οι δύο τελικοί διεκδικητές, που προέκυψαν από την συγκεκριμένη διαδικασία, ετοιμάζονται να καταθέσουν [?] τις προτάσεις τους για την Forthnet των 560 χιλιάδων συνδρομητών σταθερής και των 400 χιλιάδων της Nova, που αποφέρει έσοδα 160 εκατ. ευρώ, αναμφισβήτητα παίζει κομβικό ρόλο τόσο στην ανάπτυξη του Ελληνικού Ποδοσφαίρου και του Ελληνικού Αθλητισμού, ενώ έχει κυρίαρχο ρόλο στην οικογενειακή δορυφορική ψυχαγωγία.
Το πρώτο ερώτημα που[ πιστεύουμε ότι ] θα απαντηθεί μέχρι το τέλος Ιουλίου, που λήγει η προθεσμία υποβολής των δεσμευτικών προσφορών, είναι πως θα αξιολογήσουν την οικονομική κατάσταση και την επιχειρηματική προοπτική της Fοrthnet η Vodafone με την Wind [V&W] και ο Ομιλος ΑΝΤ1, ο οποίος δεν έχει εκδηλώσει μέχρι σήμερα επισήμως την πρόθεσή του να αναμειχθεί επιχειρηματικά με τις τηλεπικοινωνίες.
Το δεύτερο ερώτημα είναι
αν επιλεχθεί από τους ενδιαφερόμενους
η τακτική του “στρίβειν δια του αρραβώνος”
για να μην τελεστεί ο “γάμος”.
Και ο νοών, νοείτο.
Αξιολογώντας τα εκατέρωθεν και πανταχόθεν προερχόμενα «non paper», τα οποία πολλές φορές πέρασαν τις «κόκκινες γραμμές» των fake news, κοινός παρανομαστής των δύο προτάσεων αναμνένεται να είναι το «βαθύ κούρεμα» των δανειακών υποχρεώσεων της Forthnet. Μπορεί οι πιστώτριες Τράπεζες να απέφυγαν την καταγραφή των δανειακών υποχρεώσεών της στις επισφάλειες στους πρόσφατους εξαμηνιαίους ισολογισμούς τους και στην αποτύπωση των οικονομικών καταστάσεων, όμως δεν έχουν κανένα, μα απολύτως κανένα, περιθώριο χρόνου, αν σκέπτονται ότι έχουν άνεση, ίσως και μέχρι το τέλος του χρόνου, για να αποφασίσουν.
Και δεν το έχουν γιατί η Forthnet υφίσταται ένα ανηλεή ανταγωνισμό και από τον ΟΤΕ αλλά και από τους ίδιους τους τηλεπικοινωνιακούς μετόχους της [W&V], οι οποίοι όντας μέτοχοί της δρουν και ανταγωνιστικά προς αυτήν αποσπώντας μικρά[ αλλά συνεχώς αθροιζόμενα ]και καθοριστικά μερίδια αγοράς στην σταθερή τηλεφωνία.
Η πτωτική πορεία του αριθμού των συνδρομητών της Forthnet
στην σταθερή τηλεφωνία τα τελευταία χρόνια και
οι επιπτώσεις της στο μέλλον της εταιρείας,
ήταν ένα από σημεία που υποβάθμισαν οι Τράπεζες,
οι οποίες φαίνεται ότι δεν έχουν αντιληφθεί
αυτό που είναι γνωστό μέχρι και τις
τηλεπικοινωνιακές εσχατιές της Ελλάδας:
Ότι οι W&V και φυσικά ο ΟΤΕ
είναι«σκληροπυρηνικοί οπαδοί»
της συγκέντρωσης της αγοράς των τηλεπικοινωνιών,
γεγονός που φυσικά και δεν έκρυψαν ποτέ.
Μάλιστα οι W&V έχουν κάνει δημοσίως σαφή τα σχέδιά τους και τις προθέσεις τους από την στιγμή που αποκτήσουν την Forthnet και την Nova: Διαμοιρασμός των πελατών σταθερής τηλεφωνίας, κοινή εκμετάλλευση της Nova, εξαγορά των μετοχικών μειοψηφιών, αποχώρηση από το Χρηματιστήριο, διάλυση της εταιρείας Forthet, χωρίς φυσικά να λαμβάνονται υπόψη τα θεσμικά, χρηματιστηρικά και κανονιστικά ζητήματα που προκύπτουν.
Επομένως οι πιστώτριες Τράπεζες είναι απολύτως ενημέρες
για τα οποία πλεονεκτήματα και τα σαφή μειονεκτήματα και
των δύο προσφορών, αν και ο Ομιλος ΑΝΤ1
δεν έχει δημοσιοποιήσει συνολικά τις προθέσεις του και
σύμφωνα με εκτιμήσεις της αγοράς
το τηλεπικοινωνιακό «μοντέλο» του ΑΝΤ1 είναι άγνωστο και
πιθανότατα η πρότασή του να μην το εμπεριέχει.
Οι προσεκτικοί παρατηρητές, που έχουν ήδη καταλογίσει τις βαρύτατες ευθύνες των πιστωτριών Τραπεζών για την σημερινή κατάσταση της Forthnet, εκτιμούν ότι η διαδικασία των δεσμευτικών προσφορών οδηγείται σε αδιέξοδο, καθώς το ύψους του haircut που θα προτείνουν οι δύο διεκδικητές είναι απαγορευτικό για τις σημερινές τραπεζικές “θερινές επιθυμίες”.
Στην περίπτωση που επαληθευτούν
αυτές οι βάσιμες εκτιμήσεις είναι ότι
οι πιστώτριες Τράπεζες θα κληθούν να λύσουν
έναν «γόρδιο δεσμό» χωρίς φυσικά να τον κόψουν,
όπως έκανε προ χιλιάδων ετών
ο Μακεδόνας [ο ένας και μοναδικός] Αλέξανδρος ο Μέγας,
τον οποίο προφανώς οι Τράπζες δεν έχουν ως σύμβουλο.
Εχουν όμως την . . . Nomura.
Η πιθανή κήρυξη ως «άγονης» της σημερινής διαδικασίας οδηγεί πλησίστιες τις Τράπεζες σε απευθείας διαπραγματεύσεις με όσους «πιστούς» θα προσέλθουν στον νέο γύρο των άτυπων διαπραγματεύσεων, στον οποίο ελπίζουμε να μην μετέχει η εταιρεία Nomura, η οποία δεν ανταποκρίθηκε στην σοβαρότητα και πολυπλοκότητα του εγχειρήματος, πάντα σύμφωνα με τραπεζικά non papers. Και μπορεί η Διοίκηση της Forthnet να κάνει τα αδύνατα δυνατά προκειμένου να διασφαλίσει στοιχειώδη ρευστότητα με σειρά εμπορικών κινήσεων και συμφωνιών, όμως είναι πασιφανές ότι τα όρια αυτής της πορείας δεν έχουν απεριόριστο χρόνο. Μάλιστα αυτά τα όρια δεν είναι μακριά, ώστε να δίνουν ευχέρεια χρόνου στις Τράπεζες, οι οποίες είτε έτσι είτε αλλιώς θα εγγράψουν υψηλές απώλειες στις απαιτήσεις τους από την Forthnet, καθώς είναι πασιφανές ότι με τους σημερινούς συσχετισμούς το «κούρεμά» τους δεν θα είναι μικρότερο του 60 με 70%.
Δεν θα επεκταθούμε σε άλλες σημαντικές λεπτομέρειες ρυθμιστικού, θεσμικού, επιχειρηματικού και πολιτικού χαρακτήρα, καθώς επικεντρωθήκαμε κυρίως στις μεγάλες ευθύνες των Τραπεζών, οι οποίες με την συμπεριφορά τους αποδεικνύουν ότι αντιμετώπισαν και αντιμετωπίζουν την αγορά τηλεπικοινωνιών με τα ίδια μέτρα και σταθμά με τα οποία «βλέπουν» άλλες αγορές όπως αυτές των τροφίμων, των ιχθυοκαλλιεργειών και άλλων συμβατικών αγορών, που δεν έχουν τα χαρακτηριστικά των Telecoms.
Πάνω και πέρα απ΄ όλα εκείνο που δεν έχει τονιστεί
είναι ότι στην Forthnet- Nova και στις άλλες δραστηριότητές της
εργάζονται πάνω από χίλιοι πεντακόσιοι εργαζόμενοι.
Αυτή την «λεπτομέρεια» την αφήσαμε τελευταία και
ως προσωρινό επίλογο του άρθρου αυτού
για την υπόθεση “εξαγορά Forthnet”.
Μία «λεπτομέρεια», που υπογράφεται από ανθρώπινες αγωνίες.
Γιάννης Χαλαβαζής