Εν αναμονή των ανακοινώσεων για τον πληθωρισμό του Φεβρουάριου που αναμένεται να φθάσει στο 7%, η ελληνική οικονομία τελεί υπό πίεση όχι μόνο στο επίπεδο των τιμών των καυσίμων και του αερίου, αλλά και των βασικών αγαθών, αφού το επόμενο διάστημα τα ανατιμητικά φαινόμενα θα είναι πέραν κάθε προσδοκίας και ανάλυσης.
Αφενός ολοένα και περισσότερο εντείνεται ο κίνδυνος για πληθωριστικό σοκ στην οικονομία καθώς πέρα από τις τιμές των καυσίμων, που βέβαια επηρεάζουν τα κόστη παραγωγής και εφοδιαστικής αλυσίδας, και οι τιμές βασικών προϊόντων, όπως το σιτάρι, καταγράφουν ράλι το τελευταίο διάστημα.
Είναι ενδεικτικό ότι από την αρχή του έτους, με βάση διεθνείς αναλυτές, η τιμή, ειδικά σε ένα από τα πιο βασικά αγαθά, το σιτάρι, έχει αυξηθεί κατά 68%, ενώ μόλις την περασμένη εβδομάδα η άνοδος ήταν στο 48%. Είναι το μεγαλύτερο ποσοστό αύξησης που έχει καταγραφεί εδώ και έξι δεκαετίες, και φέρνει την τιμή στο υψηλότερο επίπεδό της από το 2008.
Aνατιμήσεις βασικών αγαθών
Ήδη, δε, με βάση πληροφορίες από την αγορά που επικαλείται το «Power Game», αναμένονται μέχρι το τέλος Απριλίου σειρά ανατιμήσεων, σε μια σειρά από βασικά αγαθά, που μπορεί να φτάσουν ακόμη και το 30%.
Ειδικότερα, στη λίστα με τις επικείμενες αυξήσεις είναι προϊόντα όπως ο ελληνικός καφές με αύξηση έως 30%, τα χαρτικά με αύξηση έως 26%, το αλεύρι με αύξηση έως 18%, τα απορρυπαντικά με αύξηση έως 11% και τα δημητριακά με αύξηση έως 8%.
Επιπλέον, αναμένεται άνοδος των τιμών στο ψωμί, λόγω τόσο της εκτίναξης του ενεργειακού κόστους όσο και των τιμών των αλεύρων, με το ποσοστό ανόδου να εκτιμάται ακόμη και στο 10%, που θα προστεθεί, βέβαια, σε μια συντελεσμένη αύξηση των προηγούμενων μηνών, άνω του 10%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με το Bloomberg, η αύξηση της τιμής του σιταριού θα αυξήσει την πίεση στους κρατικούς προϋπολογισμούς, ενώ θα επιτείνει το πρόβλημα της πείνας παγκοσμίως καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία, εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε εγκατάλειψη της ανοιξιάτικης σποράς και παραγωγής. Κάτι που σύμφωνα με αναλυτές μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τις αποδόσεις των χειμερινών σιτηρών, επιδεινώνοντας την κρίση στην παγκόσμια αγορά.
Υπενθυμίζεται ότι η Ουκρανία και η Ρωσία αποτελούν πάνω από το 25% της παγκόσμιας αγοράς σίτου, όπως επίσης και το 20% της παγκόσμιας αγοράς καλαμποκιού. Επίσης η Ουκρανία είναι ο τέταρτος μεγαλύτερος εξωτερικός προμηθευτής τροφίμων της ΕΕ. με τις χώρες της ΕΕ να εισάγουν κυρίως ηλιέλαιο, ελαιοκράμβη, μέλι, άλευρα από την Ουκρανία.
Ήδη βέβαια οι περιορισμοί στις εξαγωγές τροφίμων από την Ουκρανία δημιουργούν ζητήματα. Υπενθυμίζεται ότι η κυβέρνηση της Ουκρανίας απαιτεί πλέον ειδική άδεια για την εξαγωγή βασικών τροφίμων, όπως σιτάρι, καλαμπόκι, κρέας πουλερικών και ηλιέλαιο, με βάση όσα έχει αναφέρει το ουκρανικό πρακτορείο ειδήσεων Interfax Ukraine.
Την ίδια ώρα οι αγρότες της ΕΕ κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την επισιτιστική ασφάλεια σε ολόκληρη την Ευρώπη. Πιο συγκεκριμένα με βάση το Eutactiv η ένωση αγροτών της ΕΕ COPA-COGECA εξέδωσε μια δήλωση την Κυριακή στην οποία τονίζει ότι η Ευρώπη πρέπει να εξοπλίσει τη γεωργία της με μια «διατροφική ασπίδα» για να αντιμετωπίσει τις συνέπειες ενός συνδυασμού του πολέμου μαζί με την επικείμενη πρόκληση της κλιματικής αλλαγής. «Αυτός ο πόλεμος που επηρεάζει την Ευρώπη θα έχει παγκόσμιο αντίκτυπο για αρκετά χρόνια», προειδοποιεί η δήλωση, προσθέτοντας ότι «οι περισσότερες παραγωγές θα επηρεαστούν άμεσα ή έμμεσα» τονίζεται σχετικά.
Σύνοδος G7
Το όλο ζήτημα πάντως της ανεπάρκειας τροφίμων αναμένεται να τεθεί στην έκτακτη ψηφιακή σύνοδο των υπουργών Γεωργίας της ομάδας του G7 που διοργανώνει η Γερμανία την ερχόμενη Παρασκευή, 11 Μαρτίου.
«Η προμήθεια ζωοτροφών στη Γερμανία και στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ασφαλής, όμως μπορούν να αναμένονται μεγάλες ελλείψεις σε ορισμένες χώρες εκτός της ΕΕ – ειδικά εκεί όπου καταγράφονται ήδη ελλείψεις, εξαιτίας διαφόρων προβλημάτων όπως είναι η ξηρασία», σημείωσε ο Γερμανός υπουργός Γεωργίας, Τζεμ Έζντεμιρ. «Οι αυξήσεις τιμών των αγροτικών προϊόντων δεν μπορούν να αποκλειστούν ούτε στις πιο ανεπτυγμένες βιομηχανικά χώρες», πρόσθεσε.
Να σημειωθεί ότι η Γερμανία προεδρεύει την περίοδο αυτή στην ομάδα των επτά πιο ανεπτυγμένων βιομηχανικά κρατών της υφηλίου.
Την ίδια ώρα το «καμπανάκι» του κινδύνου κρούουν για την αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων ανθρωπιστικές οργανώσεις που παρακολουθούν με ανησυχία τις εξελίξεις. Άλλωστε πολλές χώρες της Μέσης Ανατολής και της Ασίας βασίζονται στις εισαγωγές γεωργικών προϊόντων από τις δύο αυτές χώρες. Εν τω μεταξύ, περισσότερα από τα μισά τρόφιμα που διανέμει το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα του ΟΗΕ (WFP) σε περιοχές όπου υπάρχουν κρίσεις προέρχονται από την Ουκρανία.
Υφεσιακό σοκ
Στο μεταξύ για υφεσιακό σοκ από την έκρηξη του πληθωρισμού κάνει λόγο σε ανάλυσή της η CreditSuisse για την οικονομία της Ευρώπη τονίζοντας ότι ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία φέρνει απότομη αύξηση των τιμών των τροφίμων παγκοσμίως, καθώς η Ρωσία μαζί με την Ουκρανία παράγουν περίπου το 28% του σιταριού και το 18% περίπου του καλαμποκιού. Επίσης κάνει λόγο για πιθανή επιδείνωση της εφοδιαστικής αλυσίδας, ειδικά στον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας και περαιτέρω αυστηροποίηση των οικονομικών συνθηκών.
Όπως και με την πανδημία, η τράπεζα εκτιμά ότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα παρέμβουν για να προστατεύσουν τα εισοδήματα των νοικοκυριών, την απασχόληση και τη ρευστότητα των εταιρειών για να αποτρέψουν μια παρατεταμένη ύφεση και θεωρεί πιθανόν να παραμείνει σε αναστολή το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και το 2023.
Η Ελλάδα
Δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος στην επισιτιστική επάρκεια της χώρας σε σιτηρά, καθώς υπάρχουν εναλλακτικές αγορές από Ευρώπη και Αμερική, δήλωσε, πάντως, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Γιώργος Γεωργαντάς, σε ραδιοφωνική του συνέντευξη.
Όπως είπε ο κ. Γεωργαντάς έχει ήδη συναντήσει εκπροσώπους του Συνδέσμου Εισαγωγέων Δημητριακών και εκπροσώπους της Αλευροβιομηχανίας οι οποίοι τον διαβεβαίωσαν ότι υπάρχουν εναλλακτικές αγορές από χώρες της Ευρώπης και τις ΗΠΑ. Σημείωσε δε ότι τα τελευταία 25 χρόνια δεν έχει γίνει εισαγωγή μαλακού σιταριού από τις ΗΠΑ! Και τόνισε ότι όπου χρειασθεί το ΥπΑΑΤ ήδη βοηθά και θα βοηθήσει για να γίνει με απρόσκοπτο τρόπο η εισαγωγή των ποσοτήτων που έχει ανάγκη η χώρα.
Όπως είπε ο ΥπΑΑΤ από τους 900.000 τόνους μαλακού σιταριού που χρειάζεται η χώρα, οι 250.000 τόνοι, δηλαδή το 30%, εισάγονται από τη Ρωσία και την Ουκρανία, ενώ αν προστεθεί και η Μολδαβία το ποσοστό αυτό φτάνει στο 35%. Η Ελλάδα σε μαλακό σιτάρι παράγει μόνο το 10% των αναγκών της, ενώ σε σκληρό έχει επάρκεια παραγωγής και δεν κάνει εισαγωγές.
Ο κ. Γεωργαντάς υπενθύμισε ότι στο τελευταίο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας και Αλιείας έκανε συγκεκριμένες προτάσεις για την μείωση του κόστους παραγωγής και υπογράμμισε ότι βούληση της κυβέρνησης είναι να στηριχθεί ο αγρότης που παράγει.