Συμφωνία, που θα ταρακουνήσει τον κόσμο της διαφήμιση, σύναψαν ο όμιλος Omnicom με τον ανταγωνιστή της, Interpublic, με την πρώτη να εξαγοράζει την δεύτερη έναντι 13,25 δισ. δολαρίων, δημιουργώντας τη μεγαλύτερη διαφημιστική εταιρεία στον κόσμο.
Η συμφωνία, ανακοινώθηκε τη Δευτέρα και αναμένεται να αποτελέσει αντικείμενο ελέγχου των ρυθμιστικών αρχών, καθώς επιδιώκει να συγχωνεύσει την Omnicom, την τρίτη μεγαλύτερη διαφημιστική εταιρεία στον κόσμο, με την τέταρτη μεγαλύτερη, την Interpublic, όπως αναφέρει το Reuters. Και οι δύο εταιρείες έχουν έδρα στη Νέα Υόρκη.
Οι μέτοχοι της Interpublic θα λάβουν 0,344 μετοχές της Omnicom για κάθε μετοχή που κατέχουν ή 35,58 δολάρια με βάση το τελευταίο κλείσιμο της Omnicom. Αυτό αντιπροσωπεύει premium 21,6% σε σχέση με το κλείσιμο της Interpublic την Παρασκευή.
Η μετοχή της Interpublic, που υποχωρεί άνω του 10% μέσα στο 2024, σημειώνει άνοδο σχεδόν 15% στις προκαταρκτικές συναλλαγές. Η Omnicom υποχώρησε 4%.
Η συνδυασμένη εταιρεία θα είχε έσοδα άνω των 25 δισ. δολαρίων, με βάση τα στοιχεία του 2023. Θα ανταγωνίζεται τη βρετανική WPP και τη γαλλική Publicis Groupe SA, που απέφεραν ετήσια έσοδα 14,85 δισ. λιρών (18,97 δισ. δολάρια) και 13,10 δισ. ευρώ (13,86 δισ. δολάρια), αντίστοιχα.
Η Omnicom, με αξία που φτάνει τα 20,2 δισ. δολάρια, κατέχει εμπορικά σήματα όπως BBDO και TBWA, ενώ η Interpublic κατέχει μεταξύ άλλων την McCann, την Weber Shandwick και την Mediabrands.
Γίγαντες της τεχνολογίας όπως η Google η οποία ανήκει στην Alphabet και η Amazon.com, έχουν προσελκύσει τεράστια διαφημιστικά έσοδα μακριά από τα παραδοσιακά agencies, προσφέροντας και διαφημιστικά εργαλεία και τα κατάλληλα marketplaces.
Η αυξανόμενη χρήση εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης που επιτρέπουν στις επιχειρήσεις να δημιουργούν διαφημίσεις φθηνότερα και πιο γρήγορα, έχει «στριμώξει» τις παραδοσιακές εταιρείες, αναγκάζοντάς τις να προσπαθήσουν να αναπτύξουν παρόμοια εσωτερικά εργαλεία για να διατηρήσουν πελάτες.
Εμπόδια από τις ρυθμιστικές αρχές είχαν ακυρώσει την συγχώνευση το 2013.
Οι μέτοχοι της Omnicom θα κατέχουν το 60,6% της συνδυασμένης εταιρείας και οι επενδυτές Interpublic το υπόλοιπο. Η συμφωνία αναμένεται να κλείσει το δεύτερο εξάμηνο του 2025 και να δημιουργήσει ετήσια εξοικονόμηση κόστους 750 εκατομμυρίων δολαρίων.