Mια συνδρομητική υπηρεσία hardware της Apple πρόκειται να ταρακουνήσει το status quo στις αγορές κινητών τηλεφώνων, επιτρέποντας στους χρήστες ουσιαστικά να μισθώνουν τη συσκευή τους και να αποκτούν ένα νέο μοντέλο κάθε χρόνο. Όπως συμβαίνει με άλλες υπηρεσίες αυτού του είδους, το σκεπτικό της Apple είναι απλό και οικείο: θα κερδίσετε περισσότερα χρήματα.
Προς το παρόν, μόνο οι μεγάλοι φαν της Apple αποκτούν νέα iPhone κάθε χρόνο. Οι περισσότεροι καταναλωτές το αναβαθμίζουν μόνο όταν το θεωρούν απαραίτητο, για παράδειγμα αν έχει ραγίσει η οθόνη, αν πάλιωσε η συσκευή και δεν μπορεί να τρέξει νέες εφαρμογές ή αν δεν επαρκεί ο χώρος αποθήκευσης.
Ο μέσος χρήστης iPhone αλλάζει τη συσκευή του κάθε τρία χρόνια -λιγότερο συχνά σε σχέση με μια δεκαετία πριν, γράφει το Bloomberg. Σύμφωνα με την Counterpoint Research, η μέση τιμή πώλησης iPhone είναι περίπου 825 δολάρια. Έτσι, σκέφτεται η Apple, θα μπορούσε να αυξήσει το όφελος στα 1.000 δολ., επαναφέροντας το παλιό τηλέφωνο στη δευτερογενή αγορά; Αυτό είναι το σχέδιο της συνδρομητικής υπηρεσίας.
Για παράδειγμα, αν οι τιμές εκκίνησης για τα iPhone 13, Pro και Pro Max είναι 799, 999 και 1.099 δολ., και αν η μηνιαία συνδρομή αντίστοιχα είναι 35, 45 και 50 δολ., τότε σε διάστημα τριών ετών, χάρη στη μηνιαία συνδρομή, η εταιρεία θα κερδίζει 1.260 αντί για 799 δολ. για το iPhone 13, 1.620 αντί για 999 δολ. για το iPhone 13 Pro, και 1.800 αντί για 1.099 δολ. για το iPhone 13 Pro Max.
Η Apple αποκομίζει, λοιπόν, πολύ περισσότερα χρήματα ανά καταναλωτή. Και ποιο το όφελος για τους πελάτες; Να μη χρειάζεται να πληρώσουν εκατοντάδες δολάρια εκ των προτέρων για ένα νέο iPhone. Επίσης, θα έπαιρναν το πιο πρόσφατο μοντέλο κάθε χρόνο, αντί για κάθε τρία χρόνια.
Η εταιρεία θα μπορούσε επίσης να κερδίσει επιπλέον χρήματα, εάν το πρόγραμμα συνδεθεί με τα πακέτα ψηφιακών υπηρεσιών Apple One με υψηλό περιθώριο κέρδους και Apple Care.
Ακόμα κι αν χρεώνει λιγότερα ανά μήνα από τα προτεινόμενα ποσά, η εταιρεία θα επωφεληθεί από τη σταθερή εισροή παλαιότερων τηλεφώνων, τα οποία μπορεί να τα γυρίσει και να τα πουλήσει ξανά. Επίσης, δημιουργεί περιθώρια κέρδους 40% σε hardware.
Μακροπρόθεσμα, θα έχει και πολύ περισσότερα μετρητά. Τα iPhone έχουν αρκετά χαμηλό ποσοστό φθοράς και οι χρήστες μπορούν να παραμείνουν στο πρόγραμμα για μια δεκαετία ή περισσότερο. Δηλαδή, έσοδα πάνω 4.000 δολ. ανά πελάτη σε μία δεκαετία μόνο στα iPhones και στο σενάριο των 35 δολ. μηνιαίως.
Στην ουσία, σε τι διαφέρει όλο αυτό από τα τρέχοντα προγράμματα δόσεων των εταιρειών κινητής τηλεφωνίας; Είναι κάτι σαν την αγορά έναντι της ενοικίασης-μίσθωσης (leasing) αυτοκινήτου.
Όταν αγοράζετε με δόσεις ένα αυτοκίνητο, πληρώνετε ολόκληρη την τιμή του, ας πούμε για 72 μήνες. Όταν ολοκληρωθούν οι δόσεις, είστε πλήρως κάτοχος του οχήματος και μπορείτε να το κρατήσετε. Όταν μισθώνετε ένα αυτοκίνητο -ίσως για 36 μήνες-, πληρώνετε ένα μέρος της αξίας του οχήματος, αλλά πρέπει να το επιστρέψετε όταν λήξει η περίοδος μίσθωσης.
Το πρόγραμμα αναβάθμισης iPhone βασίζεται στην πρώτη, κλασική προσέγγιση. Κατανέμετε το κόστος σε 24 μήνες και μόλις ολοκληρώσετε την εξόφληση, η συσκευή είναι δική σας. Κι αν το επιλέξετε, αφού εξοφλήσετε τα μισά (μετά από 12 μήνες), μπορείτε να ανταλλάξετε τη συσκευή σας.
Αντίθετα, η συνδρομή hardware μοιάζει περισσότερο με μίσθωση, καθώς καταβάλλετε ένα τέλος που δεν συνιστά το κόστος του iPhone διά, π.χ., 24 μήνες, αλλά πληρώνετε ένα μέρος της αξίας του τηλεφώνου και απλώς ποτέ δεν το κατέχετε πλήρως. Όταν λοιπόν κυκλοφορήσει μια νέα έκδοση, μπορείτε να το αντικαταστήσετε -όπως ακριβώς θα κάνετε και με το μισθωμένο αυτοκίνητό σας.
Στρατηγική απεξάρτησης
Παράλληλα, συνεχίζει το Bloomberg, η Apple εργάζεται εν κρυπτώ για να δραπετεύσει από το υπάρχον χρηματοπιστωτικό σύστημα. Εκτός από τις συνδρομές hardware και τις προσφορές «αγοράστε τώρα, πληρώστε αργότερα», αναπτύσσει και τη δική της τεχνολογία χρηματοοικονομικής υποστήριξης και επεξεργασίας πληρωμών, ώστε να απεξαρτηθεί από συνεργάτες.
Στρατηγική της είναι, με την πάροδο του χρόνου, να μεταβεί από την τεχνολογία τρίτων σε εσωτερικά συστήματα για κρίσιμα θέματα. Για παράδειγμα, άλλοτε είχε ως προμηθευτές τη Samsung και την Intel, τώρα όμως σχεδιάζει τα δικά της τσιπ για iPhone, iPad και Mac. Επίσης, θέλει να εγκαταλείψει την Qualcomm για μόντεμ.
Η επιτυχία της πηγάζει από τον συνδυασμό hardware, software και υπηρεσιών. Ανέκαθεν προωθούσε ένα ενιαίο πακέτο για τα προϊόντα της και η ανάπτυξη της δικής της τεχνολογίας fintech εντάσσεται ξεκάθαρα σ’ αυτή την αναγνωρίσιμη στρατηγική.
Αλλά υπάρχουν κι άλλα οφέλη. Απεξαρτώμενη από εξωτερικούς συνεργάτες, κυρίως Αμερικανούς, θα μπορέσει να επεκτείνει πιο γρήγορα τις υπηρεσίες της σε άλλες χώρες, αλλά και την ανάπτυξη νέων προϊόντων, όποτε και όπως αυτή το επιθυμεί -αφού δεν θα έχει ανάγκη κανέναν, καταλήγει το Bloomberg.
πηγή: Euro2Day