Σε ποσοστό 48,2% αντιστοιχούσαν το 2023 οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ), στην ακαθάριστη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα, σύμφωνα με τη Eurostat. Aντίστοιχα, το 2023 οι ΑΠΕ αντιστοιχούσαν στο 45,3% της ακαθάριστης κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ, καταγράφοντας σημαντική αύξηση κατά 4,1% σε σχέση με το 2022.
Αυτή η αύξηση σημειώνει τη μεγαλύτερη ετήσια αύξηση μεριδίου ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην ακαθάριστη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας από την αρχή των καταγραφών το 2004. Επιπλέον, οι ετήσιες αυξήσεις του 2022 (3,5%) και του 2020 (3,35) ήταν η δεύτερη και η τρίτη μεγαλύτερες αντίστοιχα.
Η αιολική ενέργεια (38,5% του συνόλου) και η υδροηλεκτρική ενέργεια (28,2%) αντιστοιχούν σε πάνω από τα δύο τρίτα της συνολικής ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ΑΠΕ. Ακολουθεί η ηλιακή ενέργεια με 20,5%, ενώ τα στέρεα βιοκαύσιμα και άλλες ανανεώσιμες πηγές αντιστοιχούν στο 6,2% και το 6,6% αντίστοιχα. Η ανάπτυξη της ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας την τελευταία δεκαετία επιτεύχθηκε κυρίως με την επέκταση της αιολικής και ηλιακής ενέργειας.
Η ηλιακή ενέργεια είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη πηγή, αυξάνοντας την παραγωγή της από μόλις 7,4 τεραβατώρες το 2008 (που αντιπροσώπευε μόνο το 1% του συνόλου) σε 252,1 TWh το 2023.
Τα δεδομένα δείχνουν ότι πάνω από το 75% της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώθηκε το 2023 παράχθηκε από ανανεώσιμες πηγές στην Αυστρία (87,8%, κυρίως υδροηλεκτρική), στη Σουηδία (87,5%, κυρίως υδροηλεκτρική και αιολική) και στη Δανία (79,4%, κυρίως αιολική). Μερίδια άνω του 50% καταγράφηκαν επίσης στην Πορτογαλία (63,0%), στην Κροατία (58,8%), στην Ισπανία (56,9%), στη Λετονία (54,3%) και στη Φινλανδία (52,4%).
Στην άλλη άκρη της κλίμακας, το μερίδιο της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ήταν κάτω από το 20% στη Μάλτα (10,7%), στην Τσεχία (16,4%), στο Λουξεμβούργο (18,0%) και στη Ουγγαρία (19,5%).