Την είσοδο στρατηγικού συνεταίρου στην Enel Green Power Hellas επιβεβαίωσε με τον πιο επίσημο τρόπο ο επικεφαλής Ευρώπης της Enel Green Power (και πρόεδρος της Solar Power Europe) Αριστοτέλης Χαντάβας σε συνέντευξή του στο περιοδικό Fortune.
Υπενθυμίζεται ότι το σχέδιο για είσοδο εταίρου στην ελληνική θυγατρική –αλλά και σε αυτή της Αυστραλίας- είχε αποκαλύψει με έμμεσο τρόπο ο διευθύνων σύμβουλος του μητρικού ιταλικού ομίλου Enel Φραντσέσκο Σταράτσε τον περασμένο Νοέμβριο αποκαλύπτοντας το συνολικό πλάνο αναδιάρθρωσης για πώληση περιουσιακών στοιχείων με βασικό στόχο τη μείωση του χρέους της εταιρείας.
Ο κ. Σταράτσε είχε μιλήσει τότε για μοντέλο «stewardship σε Ελλάδα και Αυστραλία, διαφοροποιώντας την στρατηγική της Enel για τις χώρες αυτές από τη στρατηγική από χώρες όπως η Ρουμανία, η Αργεντινή και το Περού όπου επελέγη η πλήρης αποεπένδυση. Στην περίπτωση της Ελλάδας αλλά και της Αυστραλίας αναζητείται «οικονομικός συνεργάτης» που θα εισφέρει πόρους στην υλοποίηση των επενδύσεων και την ωρίμανση των χαρτοφυλακίων ΑΠΕ, με την Enel να διατηρεί το μάνατζμεντ και τον τελικό λόγο στη στρατηγική».
«Στη χώρα μας υπήρξε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον από σημαντικούς επενδυτές παγκοσμίου φήμης και σήμερα βρισκόμαστε σε ένα ώριμο στάδιο επιλογής. Τους επόμενους μήνες εκτιμώ ότι θα προβούμε σε σημαντικές ανακοινώσεις» είπε ο κ. Χαντάβας. Σύμφωνα με κύκλους της αγοράς, μεταξύ των ενδιαφερομένων για απόκτηση μετοχικής συμμετοχής –το ύψος της οποίας δεν έχει προσδιοριστεί- στην Enel Green Power Hellas φέρεται να είναι το αυστραλέζικο fund Macquarie, το αμερικανικό KKR και η CVC Capital.
Αναφορικά με την πράσινη μετάβαση, ο κ. Χαντάβας τόνισε ότι: «Χρειάζεται να απαγκιστρωθούμε από τη θεωρία και να περάσουμε στην πράξη, να αποδεχτούμε ότι πραγματικά χρειαζόμαστε πράσινη ενέργεια όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να εμπιστευθούμε εταιρίες και επενδυτές, οι οποίοι έχουν μια συγκεκριμένη ιστορία και τεχνογνωσία και έχουν αποδείξει ότι μπορούν να συμβάλουν στην ενεργειακή μετάβαση, όπως η Enel Green Power».
Τέλος, στην ερώτηση για τα άμεσα βήματα που πρέπει να γίνουν, εστίασε στην αναγκαιότητα μεγιστοποίησης της παραγωγής σε υφιστάμενα έργα, το λεγόμενο repowering. «Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει θεσμικό πλαίσιο παρότι ο Κανονισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος είναι σε ισχύ από το Δεκέμβριο, αναφέρει ότι το repowering πρέπει να επιταχυνθεί σε όλες τις χώρες και συγκεκριμένα ότι η αδειοδοτική διαδικασία πρέπει να ολοκληρώνεται μέσα σε τρεις μήνες. Στην Ελλάδα ακόμα δεν έχουμε ξεκινήσει να επεξεργαζόμαστε κάποιο συγκεκριμένο πλαίσιο, χάνοντας πολύτιμο χρόνο».