Η Υφυπουργός Ανάπτυξης, αρμόδια για την Έρευνα και την Καινοτομία, Ζωή Ράπτη επισκέφτηκε το Ερευνητικό Κέντρο «Αθηνά», που εποπτεύεται από τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Καινοτομίας του Υπουργείου Ανάπτυξης.
Το Ερευνητικό Κέντρο «Αθηνά», με κυριότερο προσανατολισμό τις ψηφιακές επιστήμες και τεχνολογίες, αποτελείται από 4 Ινστιτούτα: Επεξεργασίας του Λόγου (Αθήνα και Ξάνθη), Βιομηχανικών Συστημάτων (Πάτρα), Πληροφοριακών Συστημάτων (Αθήνα), και Ρομποτικής (Αθήνα), καθώς και επτά Μονάδες με αντικείμενο τους Τεχνολογικούς Συνεργατικούς Σχηματισμούς (Corallia), τα Διαστημικά Προγράμματα, τις Περιβαλλοντικές C Δικτυακές Τεχνολογίες, την Φαρμακευτική Πληροφορική, την Αειφόρο Ανάπτυξη, την Τεχνητή Νοημοσύνη, την Επιστήμη των Δεδομένων C τους Αλγορίθμους (Αρχιμήδης), και την Γυναικεία Καινοτομία C Επιχειρηματικότητα.
Η Υφυπουργός Ανάπτυξης ενημερώθηκε από τον Πρόεδρο του Ερευνητικού Κέντρου, καθηγητή Γιάννη Εμίρη και τους διευθυντές και εκπροσώπους των Ινστιτούτων και Μονάδων, για το ερευνητικό έργο που παράγεται στο «Αθηνά» και για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει. Συζητήθηκαν, επίσης, θέματα περαιτέρω ανάπτυξης και στήριξης της έρευνας, τόσο με έμψυχο δυναμικό και υποδομές, όσο και με τους απαραίτητους χρηματοδοτικούς πόρους, καθώς, όπως αναφέρθηκε, «η έρευνα είναι η βαριά βιομηχανία της χώρας και μπορεί να αποτελέσει κόμβο συνεργασίας με τις ελληνικές και τις διεθνείς επιχειρήσεις».
Ιδιαίτερη αναφορά έγινε από την Υφυπουργό Ανάπτυξης στην ανάγκη αναστροφής του κλίματος του brain drain και της προσέλκυσης Ελλήνων επιστημόνων που διαπρέπουν στο εξωτερικό, όπως οι διεθνούς φήμης καθηγητές Κωνσταντίνος Δασκαλάκης και Χρίστος Παπαδημητρίου, οι οποίοι παραβρέθηκαν στη συνάντηση και παρουσίασαν το πρόγραμμα «Αρχιμήδης», με αντικείμενο τη Βασική και την Εφαρμοσμένη Έρευνα για την Τεχνητή Νοημοσύνη.
Μετά τη συνάντηση, η Υφυπουργός Ανάπτυξης Ζωή Ράπτη δήλωσε:
«Αναλαμβάνοντας το χαρτοφυλάκιο της Έρευνας και της Καινοτομίας, που είχα την τιμή να μου αναθέσει ο Πρωθυπουργός, στόχος μου είναι, να ενισχύσουμε ακόμη περισσότερο τη συνεργασία των ερευνητικών ινστιτούτων με την αγορά εργασίας και την διασύνδεση των ερευνητικών αποτελεσμάτων με την επιχειρηματικότητα. Να φέρουμε δηλαδή πιο κοντά τα ερευνητικά κέντρα με τις επιχειρήσεις τόσο στην Ελλάδα, όσο και διεθνώς, αλλά και να δημοσιοποιήσουμε τη δουλειά που γίνεται από τους επιστήμονες μας, ώστε να γνωρίζουν οι Έλληνες ότι τα κονδύλια που διατίθενται αποδίδουν καρπούς».