Επιχειρήσεις

Φορολογικά έσοδα 32 δισ. δολαρίων από τις μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες προβλέπει ο ΟΟΣΑ

Ο ΟΟΣΑ και οι G20 δημοσίευσαν μια νέα πολυμερή σύμβαση για την αντιμετώπιση των φορολογικών προκλήσεων της παγκοσμιοποίησης και της ψηφιοποίησης ένα θέμα το οποίο αποτελεί επί του παρόντος κορυφαία προτεραιότητα για το πλαίσιο χωρίς αποκλεισμούς του ΟΟΣΑ.

Η νέα σύμβαση αποσκοπεί στην επικαιροποίηση της κατανομής των διεθνών φορολογικών δικαιωμάτων και στη διασφάλιση ότι οι πολυεθνικές επιχειρήσεις καταβάλλουν δίκαιο μερίδιο φόρου οπουδήποτε και αν δραστηριοποιούνται και βασίζεται σε μια προσέγγιση δύο πυλώνων.
Ο πρώτος πυλώνας επικεντρώνεται στην κατανομή των φορολογικών δικαιωμάτων μεταξύ των χωρών, ενώ ο δεύτερος πυλώνας αντιμετωπίζει τα εναπομένοντα ζητήματα διάβρωσης της φορολογικής βάσης και μετατόπισης κερδών (BEPS).

Η νέα σύμβαση αναμένεται να υπογραφεί από τις χώρες το 2024 αλλά για να τεθεί η σύμβαση, όμως, σε διεθνή ισχύ θα πρέπει να υπογραφεί τουλάχιστον από 30 χώρες – δικαιοδοσίες που «φιλοξενούν» τα κεντρικά γραφεία έστω του 60% των περίπου 100 εταιρειών που επηρεάζονται από τα μέτρα αυτά. Η Ιρλανδία, για παράδειγμα, είχε ανακοινώσει τον Οκτώβριο του 2021 -όταν λάμβαναν χώρα οι σχετικές διαπραγματεύσεις μεταξύ περίπου 30 χωρών- πως θα αποδεχτεί τους όρους της συμφωνίας του ΟΟΣΑ παρά τις αρχικές επιφυλάξεις. Σκεπτικές είναι σήμερα η Ινδία και η Βραζιλία.

Ο πρώτος πυλώνας του ΟΟΣΑ για την αντιμετώπιση των φορολογικών προκλήσεων που προκύπτουν από την ψηφιοποίηση της οικονομίας υπολογίζεται ότι θα μπορούσε να αποφέρει αρχικά φορολογικά έσοδα ύψους 32 δισ. δολαρίων. Ο ΟΟΣΑ ισχυρίζεται ότι οι χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος αναμένεται να κερδίσουν τα περισσότερα ως ποσοστό των εσόδων από τον φόρο εισοδήματος εταιρειών.

Τα μέτρα αφορούν πολυεθνικές με ετήσιο τζίρο άνω των 20 δισ. δολαρίων και περιθώρια κέρδους μεγαλύτερα του 10%. Σε όσους ομίλους πληρούν αυτές τις προϋποθέσεις, θα φορολογείται το 25% των κερδών που υπερβαίνει το περιθώριο του 10% στις χώρες όπου καταγράφονται οι πωλήσεις τους.

Απώτερος στόχος της συνθήκης είναι να ανακατανεμηθούν, συνολικά, ετήσια κέρδη της τάξεως των 200 δισ. δολαρίων. Ισχυροί όμιλοι εδώ και χρόνια μεταφέρουν τα κέρδη τους σε χώρες με χαμηλούς συντελεστές, εγκαθιστώντας εκεί τη φορολογική έδρα τους.

close menu