Η στρατηγική βιώσιμης ανάπτυξης, ανεξάρτητα από το μέγεθος μιας επιχείρησης, μπορεί να επιφέρει πολλαπλά οφέλη σε περιβαλλοντικό, οικονομικό, εταιρικό και κοινωνικό επίπεδο. Στο πλαίσιο αυτό, κρίσιμα σημεία θεωρούνται η ενημέρωση του κοινωνικού συνόλου, η εκπαίδευση των στελεχών των επιχειρήσεων και η παροχή κινήτρων από την πλευρά της πολιτείας που θα ενθαρρύνουν περισσότερες επιχειρήσεις προς την κατεύθυνση της υιοθέτησης δράσεων ESG ώστε να καταστεί η βιώσιμη ανάπτυξη μόνιμος στόχος των ελληνικών επιχειρήσεων.
To συμπέρασμα αυτό προκύπτει από έρευνα για τη βιώσιμη ανάπτυξη και τις δράσεις ESG που διεξήχθη από τη διεύθυνση οικονομικών και κλαδικών μελετών της ICAP CRIF ΑΕ από 5.05.2022 – 30.05.2022 σε δείγμα 185 επιχειρήσεων από διάφορους κλάδους της ελληνικής οικονομίας που δραστηριοποιούνται σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια.
Ειδικότερα, ποσοστό 92% των επιχειρήσεων του δείγματος, αναγνωρίζουν τη σημαντικότητα της βιώσιμης ανάπτυξης και της εταιρικής υπευθυνότητας χαρακτηρίζοντάς την ως «πολύ» ή «πάρα πολύ» σημαντική, με σχεδόν 6 στις 10 επιχειρήσεις να δηλώνουν ότι δαπάνησαν υψηλότερα ποσά για την υλοποίηση πρακτικών ESG το 2021 σε σχέση με το 2020. Ωστόσο, οι εταιρείες κρίνουν ότι υπάρχουν ακόμα περιθώρια ανάπτυξης των δράσεων ESG, αφού το 57% θεωρεί ότι ο βαθμός διείσδυσης / εφαρμογής των σχετικών πρακτικών κυμαίνεται σε μέτρια επίπεδα. Η πλειονότητα των επιχειρήσεων θεωρούν ως τα κυριότερα οφέλη που αποκομίζουν από την υλοποίηση δράσεων ESG, την ενίσχυση της εταιρικής τους εικόνας (94%), τη δημιουργία μακροπρόθεσμης αξίας για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη (93%) καθώς και την προσέλκυση και διατήρηση υψηλού επιπέδου ανθρωπίνου δυναμικού (91%). Οι ενέργειες των εταιρειών που αφορούν στην κοινωνία καλύπτουν το μεγαλύτερο μερίδιο (39%) στο συνολικό προϋπολογισμό των εταιρειών για τις δράσεις βιώσιμης ανάπτυξης – ESG, ακολουθούν οι περιβαλλοντικές (36%) και οι σχετικές με την εταιρική διακυβέρνηση δράσεις (25%). Η δαπάνη για την εφαρμογή ενός προγράμματος βιώσιμης ανάπτυξης σε συνδυασμό με τις πιέσεις που δέχονται οι ελληνικές επιχειρήσεις λόγω της ενεργειακής κρίσης, θεωρούνται οι κυριότεροι ανασταλτικοί παράγοντες υλοποίησης πρακτικών ESG.
Σύμφωνα με τον Νικήτα Κωνσταντέλλο, πρόεδρο και CEO της ICAP CRIF «οι ελληνικές επιχειρήσεις μέσω των δράσεων ESG, πρέπει να στοχεύουν στην αύξηση της κοινωνικής προσφοράς τους, παράλληλα με τη μείωση του περιβαλλοντικού και ενεργειακού τους αποτυπώματος, παραμένοντας προσηλωμένες στην ηθική και αποτελεσματική εταιρική διακυβέρνηση. Προς αυτήν την κατεύθυνση η ενημέρωση της κοινωνίας, η εκπαίδευση των στελεχών των επιχειρήσεων και η παροχή κινήτρων από την πλευρά της Πολιτείας, είναι ενέργειες που μπορούν να ενθαρρύνουν περισσότερες επιχειρήσεις στην υιοθέτηση πρακτικών εταιρικής υπευθυνότητας».
Τα κυριότερα αποτελέσματα της πρωτογενούς έρευνας είναι:
– Το 57% των επιχειρήσεις του δείγματος θεωρεί ότι ο βαθμός εφαρμογής των δράσεων ESG από το σύνολο των ελληνικών επιχειρήσεων κυμαίνεται σε μέτρια επίπεδα.
– Υψηλότερη δαπάνη για την υλοποίηση πρακτικών ESG πραγματοποίησε το 56% των εταιρειών που συμμετείχαν στην έρευνα το 2021 έναντι του 2020.
– Η πλειοψηφία του δείγματος (53%) δήλωσε ότι η ίδια η διοίκηση της εταιρείας έχει αναλάβει τη διαχείριση των σχετικών δράσεων. Ακολουθεί με 25% η ξεχωριστή διεύθυνση / τμήμα της εταιρείας.
– Οι ενέργειες των εταιρειών που αφορούν την κοινωνία καλύπτουν το μεγαλύτερο μερίδιο (39%) στο συνολικό προϋπολογισμό των εταιρειών για τη βιώσιμη ανάπτυξη και ακολουθούν οι περιβαλλοντικές (36%) και οι σχετικές με την εταιρική διακυβέρνηση δράσεις (25%).
– Το 80% των επιχειρήσεων του δείγματος δαπανά έως 200.000 ευρώ για δράσεις ESG σε ετήσια βάση, ενώ μόλις το 6% δαπανά πάνω από 1 εκατ. ευρώ.
– Η κυριότερη πρακτική ESG ως προς το περιβάλλον που εφαρμόζεται σε «πολύ» ή «πάρα πολύ» σημαντικό βαθμό από τις εταιρείες του δείγματος (83%) είναι η αποτελεσματική διαχείριση του χαρτιού και των στερεών αποβλήτων (διαχωρισμός ανά κατηγορία υλικού ανακύκλωσης, κ.λπ.).
– Σχετικά με τη συνεισφορά στο κοινωνικό σύνολο, η συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων του δείγματος σε ποσοστό 95% δήλωσε ότι παρέχει ίσες ευκαιρίες προς όλους τους εργαζομένους σε «πολύ» ή «πάρα πολύ» σημαντικό βαθμό.
– Αναφορικά με την εταιρική διακυβέρνηση η πλειονότητα των επιχειρήσεων (91%) συμμορφώνεται με τις ισχύουσες πρακτικές επιχειρηματικής ηθικής.
– Τροχοπέδη στην υλοποίηση δράσεων ESG από τις ελληνικές επιχειρήσεις αποτελεί κυρίως η δαπάνη / κόστος για την εφαρμογή ενός προγράμματος βιώσιμης ανάπτυξης.
– Το σύνολο σχεδόν των επιχειρήσεων (94%) πιστεύουν ότι το κυριότερο όφελος από την υλοποίηση δράσεων βιώσιμης ανάπτυξης και εταιρικής υπευθυνότητας αποτελεί η ενίσχυση της εταιρικής τους εικόνας. Ακολουθούν με μικρή διαφορά η δημιουργία μακροπρόθεσμης αξίας για τα όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη και την ευρύτερη οικονομία (93%) και η προσέλκυση και διατήρηση υψηλού επιπέδου ανθρωπίνου δυναμικού (91%).