Τουλάχιστον 220 εκατ. άνθρωποι αναμένεται να παραμείνουν άνεργοι σε όλο τον κόσμο φέτος, αρκετά περισσότεροι σε σχέση με τα προ της πανδημίας επίπεδα, με μια αδύναμη ανάκαμψη της αγοράς εργασίας να επιτείνει τις υφιστάμενες ανισότητες, ανέφερε σήμερα η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ILO).
Η οργάνωση αυτή των Ηνωμένων Εθνών προέβλεψε βελτίωση των προοπτικών στα 205 εκατ. ανέργους την επόμενη χρονιά –και πάλι πολύ παραπάνω από τα 187 εκατ. που καταγράφηκαν το 2019 πριν από την κρίση του κορωνοϊού που προκάλεσε χάος.
Σύμφωνα με τα μοντέλα της ILO, αυτό ισοδυναμεί σε παγκόσμιο ποσοστό ανεργίας 6,3% φέτος, υποχωρώντας στο 5,7% την επόμενη χρονιά αλλά και υψηλότερα από το προ της πανδημίας ποσοστό του 5,4% το 2019.
«Η αύξηση της απασχόλησης δεν θα επαρκεί για να αντισταθμίσει τις απώλειες που καταγράφηκαν τουλάχιστον έως το 2023», ανέφερε η ILO στην έκθεσή της ‘Παγκόσμια Απασχόληση και Κοινωνικές Προοπτικές: Τάσεις 2021’.
Ο Στέφαν Κούεν, οικονομολόγος της ILO και επικεφαλής συντάκτης της έκθεσης, δήλωσε στο Reuters ότι ο πραγματικός αντίκτυπος στην αγορά εργασίας είναι ακόμα μεγαλύτερος αν ληφθούν υπόψιν οι μειωμένες ώρες εργασίας που επιβλήθηκαν σε πολλούς εργαζόμενους και πολλοί άλλοι παράγοντες.
Συνολικά, οι συντάκτες εκτίμησαν ότι οι απώλειες ωρών εργασίας το 2020 σε σχέση με το 2019 αντιστοιχούσαν στο ισοδύναμο των 144 εκατ. θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης το 2020, ένα έλλειμμα που διαμορφώνεται σε 127 εκατ. το δεύτερο τρίμηνο αυτού του έτους.
«Η ανεργία δεν συλλαμβάνει τον αντίκτυπο στην αγορά εργασίας», δήλωσε ο Κουέν, σημειώνοντας ότι ενώ οι προσλήψεις στις ΗΠΑ ξεκίνησαν και πάλι μετά τις μαζικές απώλειες θέσεων εργασίας, πολλοί εργαζόμενοι αλλού, κυρίως στην Ευρώπη, διατηρήθηκαν σε προγράμματα μειωμένου ωραρίου.
Οι γυναίκες, οι νέοι και τα 2 δισεκ. άνθρωποι που απασχολούνται στην ανεπίσημη οικονομία είναι αυτοί που έχουν πληγεί περισσότερο, με 108 εκατ. περισσότερους εργαζόμενους να κατηγοριοποιούνται τώρα ως φτωχοί ή ακραία φτωχοί συγκριτικά με το 2019, σύμφωνα με την ILO.
«Πέντε χρόνια προόδου προς την εξάλειψη της φτώχειας των εργαζομένων ακυρώθηκαν», ανέφερε η έκθεση.