Με ευθείες βολές για τη στάση της ηγεσίας του υπουργείου Ανάπτυξης απέναντι στο έργο που έχει επιτελέσει το Εθνικό Συμβούλιο Ερευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας (ΕΣΕΤΕΚ), χθες παραιτήθηκαν δύο ακόμη μέλη του. Πρόκειται για την καθηγήτρια και πρύτανη του Παντείου Πανεπιστημίου Χριστίνα Κουλούρη και τον ομότιμο καθηγητή της Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ Βασίλη Ταρλατζή.
Συνολικά έχουν παραιτηθεί οκτώ από τα 15 μέλη του ΕΣΕΤΕΚ. Στα τέλη Ιανουαρίου ο Αρταβάνης-Τσάκωνας, καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ και ο Αγγελος Χανιώτης, καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας στο Ινστιτούτο Προηγμένων Μελετών στο Πρίνστον των ΗΠΑ υπέβαλαν πρώτοι την παραίτησή τους. Ακολούθησαν η Κωνσταντία Αλεξάνδρου, καθηγήτρια Θεωρητικής Φυσικής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, ο Πέτρος Κουμουτσάκος, καθηγητής Υπολογιστικής Επιστήμης και Μηχανικής στο Χάρβαρντ, ο Στέλιος Παπαδόπουλος, πρόεδρος του Δ.Σ. της Biogen και ο Ιωάννης Ταλιανίδης, διευθυντής ερευνών στο Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας στο Ιδρυμα Τεχνολογίας και Ερευνας.
«Η παραίτηση του προέδρου αλλά και άλλων μελών δημιουργεί νέα δεδομένα ως προς τη λειτουργία του συμβουλίου και καθιστά αδύνατη τη λειτουργία του. Συμμερίζομαι κι εγώ το αίσθημα απογοήτευσης έπειτα από τέσσερα και πλέον χρόνια που έμεινα στο ΕΣΕΤΕΚ και προσπάθησα να συμβάλω, μαζί με τους άλλους εξαίρετους συναδέλφους, στη βελτίωση της έρευνας στην Ελλάδα. Το έργο που παρήχθη με την αξιολόγηση των ερευνητικών ινστιτούτων από επιστήμονες διεθνούς κύρους, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, και η συστηματική επεξεργασία προτάσεων από τα Τομεακά Επιστημονικά Συμβούλια (ΤΕΣ) για την ανάπτυξη της έρευνας θα έπρεπε να έχουν αξιοποιηθεί από την εκάστοτε πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης, ώστε να αναδειχθούν οι εστίες ερευνητικής αριστείας και να σχεδιαστεί μια μακρόπνοη ερευνητική στρατηγική», αναφέρει η κ. Κουλούρη. «Ωστόσο, το ΕΣΕΤΕΚ όλο και περισσότερο καταδικαζόταν σε έναν “διακοσμητικό” ρόλο διεκπεραίωσης της αναπόφευκτης γραφειοκρατίας της Γενικής Γραμματείας Ερευνας και Καινοτομίας (ΓΓΕΚ) και αποστερούνταν από τον πρώτιστο σκοπό του να εισηγείται για τη διαμόρφωση των ερευνητικών προτεραιοτήτων της χώρας. Η συνειδητοποίηση της ακύρωσης μιας ανιδιοτελούς και, τολμώ να πω, ρομαντικής προσπάθειας που συσπείρωσε Ελληνες επιστήμονες της διασποράς και επιστήμονες από τα ελληνικά πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα υπήρξε οπωσδήποτε οδυνηρή. Περισσότερο οδυνηρό όμως είναι το γεγονός ότι η έρευνα δεν αποτελεί προτεραιότητα, ως ώ́φειλε, για τη στρατηγική ανάπτυξης της Ελλάδας. Το ερευνητικό προσωπικό αγωνίζεται να ανταγωνιστεί το διεθνές περιβάλλον με χαμηλές αποδοχές και ανεπαρκείς υποδομές. Δεν υπάρχει αξιόλογη εθνική χρηματοδότηση για την έρευνα, ενώ παράλληλα υπάρχει κατακερματισμός και ανορθολογική κατανομή των πόρων. Η πρόταση για έναν ενιαίο χώρο έρευνας και ανώτατης εκπαίδευσης, που επανειλημμένα διατύπωσε το ΕΣΕΤΕΚ, δεν συζητήθηκε καν ως πολιτική απόφαση. Πληθώρα συγκεκριμένων προτάσεων, όπως π.χ. για τη βελτίωση της λειτουργίας του Ελληνικού Ιδρύματος Ερευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ), έμειναν σε κάποιο συρτάρι. Η συσσώρευση απογοητεύσεων με οδηγεί λοιπόν στην αποχώρηση», προσθέτει η ίδια.
η συνέχεια ΕΔΩ