Κάλεσμα στους επενδυτές να αξιοποιήσουν, έγκαιρα, το εργαλείο των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, όσο τα επιτόκια είναι τόσο χαμηλά όσο σήμερα (0,35% για τις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις και 1% για τις μεσαίες και μεγάλες) απηύθυνε ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, κ. Θόδωρος Σκυλακάκης, σε εκδήλωση για τις «Ευκαιρίες και Προοπτικές του “Ελλάδα 2.0″», που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στη Ρόδο.
Αναφερόμενος στις καινοτομίες που χαρακτηρίζουν το δανειακό σκέλος του «Ελλάδα 2.0», επισήμανε: «Έχει κάποια χαρακτηριστικά, που δεν είχαν υπάρξει ποτέ σε επενδυτικό εργαλείο στην Ελλάδα, ούτε σε κάποια άλλη χώρα της Ευρώπης. Συνάδελφοι Υπουργοί από άλλα Ευρωπαϊκά κράτη (π.χ. Λιθουανία) ζητούν την τεχνογνωσία, για να κάνουν κάτι αντίστοιχο στη χώρα τους. Καινούριο στοιχείο σε αυτό το επενδυτικό εργαλείο είναι, πως η απόφαση της επένδυσης λαμβάνεται όταν η επιχείρηση καταθέτει το πλήρες σχέδιο, ενώ μέσα σε 2,5-3 μήνες έχει υπογράψει σύμβαση με την Τράπεζα και έχει λάβει τα χρήματα που προβλέπει αυτή η σύμβαση. Ακόμη μία καινοτομία είναι, πως στη συγκεκριμένη διαδικασία δεν υπάρχει καμία υπογραφή δημοσίου υπαλλήλου ή πολιτικού, από την ώρα που θα καταθέσει η επιχείρηση το σχέδιο, μέχρι να λάβει τα χρήματα».
Ο κ. Σκυλακάκης τόνισε πως πρόκειται για ένα εργαλείο που χωράει επενδυτικά σχέδια συνολικού ύψους 30 δισ. ευρώ. Μέχρι στιγμής, έχουν κατατεθεί προτάσεις, με προϋπολογισμό 8,22 δισ. ευρώ, εκ των οποίων σχέδια, ύψους 1,8 δισ. ευρώ είναι, ήδη, συμβασιοποιημένα, ενώ τα υπόλοιπα θα συμβασιοποιηθούν μέσα στους επόμενους 3-4 μήνες.
Επιπλέον, μίλησε για ένα μεγάλο κομμάτι του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ύψους άνω των 1,5 δισ. ευρώ, το οποίο αφορά σε επιδοτήσεις επενδύσεων, που θα γίνουν από μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, κατά κύριο λόγο. «Αυτό το ποσό -που θα δουλέψει, κυρίως, με τον Γενικό Απαλλακτικό Κανονισμό- θα δημιουργήσει χώρο, της τάξεως των 3-3,5 δισ. ευρώ, για επενδυτικά σχέδια», όπως πρόσθεσε.
Σημείωσε, ακόμη, ότι υπάρχουν σκέψεις να καταργηθεί η επιβολή της εισφοράς του ν.128/75, ύψους 0,6%, για τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, υπογραμμίζοντας πως θα είναι μία ουσιαστική παρέμβαση, η οποία θα διευκολύνει τις μικρές επιχειρήσεις -πολύ περισσότερο από επιχειρήσεις άλλων μεγεθών- να υποβάλλουν τα επενδυτικά τους σχέδια στο «Ελλάδα 2.0».
Σε σχέση με την πορεία της οικονομίας, δήλωσε πως το 2022 η Ελλάδα θα πετύχει ανάπτυξη πάνω από 5%, σε μία χρονιά, όπου οι αυξήσεις των διεθνών τιμών του φυσικού αερίου και του πετρελαίου, εάν ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν μηδενικός, θα οδηγούσαν σε ύφεση -3% ή και παραπάνω.
Επιπρόσθετα, εξήγησε πως είναι εξαιρετικά σημαντικό το γεγονός, ότι αυτός ο ρυθμός ανάπτυξης επιτυγχάνεται σε μία χρονιά με αυξημένο πληθωρισμό, ενώ παράλληλα έχει χειροτερέψει η σχέση δολαρίου-ευρώ. Όσον αφορά στο ΑΕΠ, θα ξεπεράσει φέτος (σε ονομαστικούς όρους) τα 210 δισ. ευρώ. Κι αυτό, σύμφωνα με τον κ. Σκυλακάκη, αλλάζει τόσο την εικόνα του χρέους όσο και τη συνολική προοπτική της χώρας. «Το χρέος μας είναι θεαματικά κάτω, συγκριτικά με το 2019, παρά το γεγονός ότι δανειστήκαμε την περίοδο της πανδημίας για να στηρίξουμε την οικονομία και την κοινωνία και παρότι το πρωτογενές έλλειμμα, φέτος, δεν θα περάσει το 1,7%. Από 186,4% ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2018 και 180,7% το 2019, για φέτος υπολογίζουμε ότι το χρέος θα διαμορφωθεί σε 169,1% ως ποσοστό του ΑΕΠ και για του χρόνου σε 161,6%. Αυτό, δίνει ασφάλεια για τη δημοσιονομική προοπτική της χώρας» υπογράμμισε.
Απέδωσε το σημαντικότερο κομμάτι αυτής της επιτυχίας στο μεταρρυθμιστικό έργο της κυβέρνησης, χάρη στο οποίο «έχει αυξηθεί, σημαντικά, η δυνατότητα της οικονομίας να παράγει» όπως είπε, σημειώνοντας, στη συνέχεια, πως η μείωση των φόρων και των εισφορών και άλλα μεταρρυθμιστικά μέτρα, οδήγησαν στη ραγδαία βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, με τη χώρα μας να καταλαμβάνει, στη σχετική κατάταξη του «Economist Intelligence Unit», την πρώτη θέση μεταξύ 82 χωρών. «Είχαμε από το 2019 τη μεγαλύτερη πρόοδο, σε ό,τι αφορά στη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, από οποιαδήποτε άλλη χώρα. Κι αυτό, το είδαμε με μία άνοδο των επενδύσεων, η οποία μόλις τώρα αρχίζει. Ήταν βασικός στόχος της κυβέρνησης η κάλυψη του επενδυτικού κενού. Και αυτός ο στόχος τώρα ξεκινά να αποδίδει καρπούς».
Τέλος, τόνισε πως εφόσον υπάρξει δημοσιονομικός χώρος, οι πόροι -σ’ αυτή τη φάση- θα πρέπει να διατεθούν για την αντιμετώπιση του φαινομένου της ακρίβειας, που πλήττει το ευάλωτο και το μέσο νοικοκυριό. «Αυτή είναι η απόλυτη προτεραιότητα της κυβέρνησης» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η εκδήλωση «Ευκαιρίες και Προοπτικές του “Ελλάδα 2.0″», διοργανώθηκε από το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας (ΟΕΕ), σε συνεργασία με το Υπουργείο Οικονομικών και την Ειδική Υπηρεσία Συντονισμού Ταμείου Ανάκαμψης (ΕΥΣΤΑ).