Ψηφιακές επιδόσεις, που τις κατατάσσουν στην 22η θέση της ευρωπαϊκής κατάταξης των κρατών – μελών της Ε.Ε. για το 2021, έχουν οι ελληνικές επιχειρήσεις. Στον ευρωπαϊκό δείκτη “Ενσωμάτωση της ψηφιακής τεχνολογίας”, που δείχνει την ψηφιακή ωριμότητα των επιχειρήσεων, η Ελλάδα συγκεντρώνει βαθμολογία 28,5%, όταν ο μέσος όρος είναι 37,6.
Μπορεί η ενσωμάτωση της τεχνολογίας από τις επιχειρήσεις να είναι αργή στη χώρα μας – πιο αργή από άλλες ευρωπαϊκές αγορές – ωστόσο, οι ελληνικές εταιρείες “σκοράρουν” ανέλπιστα καλά σε τομείς, όπως η τεχνητή νοημοσύνη και τα big data analytics. Για του λόγου το αληθές, οι ελληνικές επιχειρήσεις συγκαταλέγονται στις πρωτοπόρες στη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης με ποσοστό 34%, πολύ πάνω από τον μέσο όρο της Ε.Ε. που βρίσκεται στο 25%.
Πολύ καλή επίδοση έχουν οι ελληνικές εταιρείες και στο ποσοστό χρήσης τεχνολογιών ανάλυσης μαζικών δεδομένων, όπου με 13% η Ελλάδα είναι κοντά στον μέσο όρο της Ε.Ε., που βρίσκεται στο 14%. Επίσης, το 38% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα χρησιμοποιεί ηλεκτρονική ανταλλαγή πληροφοριών, ποσοστό άνω του μέσου όρου του 36% στην Ε.Ε.
Συνολικά πάντως, σύμφωνα με την αξιολόγηση του Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας της Ε.Ε. DESI 2021, οι ψηφιακές τεχνολογίες υιοθετούνται αργά από τις ελληνικές επιχειρήσεις.
Για παράδειγμα, μόνο η μία στις πέντε εταιρείες (19%) χρησιμοποιεί τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σε σύγκριση με τον μέσο όρο του 23% στην Ε.Ε. Όσον αφορά τις ΤΠΕ για περιβαλλοντική βιωσιμότητα, με 65% η Ελλάδα είναι κοντά στον μέσο όρο της Ε.Ε. (66%).
Ψηφιακός βηματισμός
“Η Ελλάδα έχει αναγνωρίσει την ανάγκη θέσπισης εθνικής ψηφιακής βιομηχανικής στρατηγικής, καθώς και λήψης επιπρόσθετων μέτρων για τη δημιουργία ενός ευνοϊκού ρυθμιστικού και επενδυτικού πλαισίου, με στόχο την επιτάχυνση της ψηφιοποίησης μεγαλύτερων και μικρότερων επιχειρήσεων”, αναφέρει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έκθεση του DESI 2021 για την Ελλάδα. Αναφερόμενη στο εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης, υπογραμμίζει ότι αυτό περιλαμβάνει σημαντικά μέτρα για την αύξηση της ψηφιοποίησης των ελληνικών επιχειρήσεων, ιδίως επενδύσεις με τη μορφή επιχορηγήσεων για τον ψηφιακό μετασχηματισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜμΕ) (προϋπολογισμός €375 εκατ.).
Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι το Σχέδιο Ανάκαμψης προβλέπει, επίσης, προϋπολογισμό ύψους €330 εκατ. σε χρηματοδότηση με τη μορφή δανειακής διευκόλυνσης για την ψηφιοποίηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜμΕ). Όπως και προϋπολογισμό ύψους €770 εκατ. για την ψηφιοποίηση μεγάλων επιχειρήσεων.
Το σχέδιο περιλαμβάνει, επίσης, το μέτρο “Επιτάχυνση της έξυπνης μεταποίησης”, το οποίο αποσκοπεί στην παροχή χρηματοδοτικής στήριξης σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις μεταποίησης για την ενίσχυση της τεχνολογικών τους υποδομών, την αναβάθμιση του παραγωγικού εξοπλισμού τους με τη χρήση προηγμένων έξυπνων τεχνολογιών με χαμηλό περιβαλλοντικό αντίκτυπο και εντέλει, την επιτάχυνση της μετάβασης της βιομηχανίας στη Βιομηχανία 4.0.
Η εικόνα στην Ευρώπη
Πανευρωπαϊκά σχετικά με την ενσωμάτωση των ψηφιακών τεχνολογιών, σημειώθηκε μεγάλη αύξηση στη χρήση των τεχνολογιών cloud (από 16% των εταιρειών το 2018 σε 26% το 2020). Οι μεγάλες επιχειρήσεις εξακολουθούν να πρωτοστατούν στη χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών.
Για παράδειγμα, χρησιμοποιούν ηλεκτρονική ανταλλαγή πληροφοριών μέσω του σχεδιασμού των πόρων της επιχείρησης (ERP) και του λογισμικού υπολογιστικού νέφους πολύ συχνότερα απ’ ό,τι οι ΜμΕ (80% και 35% αντίστοιχα για τον ERP και 48% έναντι 25% αντίστοιχα για το υπολογιστικό νέφος).
Ωστόσο, μόνο ένα μικρό ποσοστό των επιχειρήσεων χρησιμοποιούν προηγμένες ψηφιακές τεχνολογίες (14% μαζικά δεδομένα, 25% ΤΝ και 26% υπολογιστικό νέφος). Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι ο τρέχων βαθμός υιοθέτησης ψηφιακών τεχνολογιών απέχει πολύ από τους στόχους της ψηφιακής δεκαετίας. Φιλοδοξία της Ε.Ε. για το 2030 είναι το 90% των ΜμΕ να έχουν τουλάχιστον ένα βασικό επίπεδο ψηφιακής έντασης, σε σχέση με το 60% το 2020 και τουλάχιστον το 75% των επιχειρήσεων να χρησιμοποιούν προηγμένες ψηφιακές τεχνολογίες έως το 2030.
Επί του παρόντος, μόνο ένα μικρό μέρος των εταιρειών χρησιμοποιεί μαζικά δεδομένα ακόμη και σε αρκετές από τις χώρες με τις καλύτερες επιδόσεις, σε αντίθεση με τον στόχο του 75%.