Στον αέρα… κινδυνεύει να τιναχτεί το 10ετές επενδυτικό πρόγραμμα ύψους 5 δισ. ευρώ του ΑΔΜΗΕ που περιλαμβάνει στρατηγικής σημασίας ενεργειακά έργα για την ασφάλεια του συστήματος αλλά και για την ενεργειακή μετάβαση της χώρας στην εποχή των ΑΠΕ.
Εν μέσω ενεργειακής κρίσης και της ανάγκης να εξευρεθούν εναλλακτικές πηγές προμήθειας ηλεκτρικού ρεύματος για την απεξάρτηση από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα και ο ΑΔΜΗΕ λειτουργεί σε συνθήκες παρατεταμένης οικονομικής και ρυθμιστικής αβεβαιότητας. Όπως εξηγούν στον ΟΤ αρμόδιοι παράγοντες, την ώρα που η πολιτεία έχει αναδείξει σε ύψιστη προτεραιότητα την ταχεία ανάπτυξη του Εθνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας για την ενεργειακή θωράκιση της χώρας και την επιτάχυνση έργων ΑΠΕ μέσα από τις ηλεκτρικές διασυνδέσεις, η ΡΑΕ κωλυσιεργεί στην έκδοση της απόφασης για το έσοδο της περιόδου του 2022 – 2025.
Ο κίνδυνος
Έτσι, η υλοποίηση των επενδύσεων 5 δισ. ευρώ έως το 2030 κινδυνεύει να τορπιλιστεί… Όπως σημειώνουν οι ίδιοι κύκλοι, είναι πολύ πιθανό να μη ληφθούν υπόψη οι συνθήκες για τον υπολογισμό του WACC αλλά και να περισταλούν λειτουργικές δαπάνες που έχει εισηγηθεί ο Διαχειριστής αντί να αυξηθούν, όπως απαιτεί η αναπτυξιακή του πορεία για το ίδιο διάστημα.
Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα δοκίμαζε ακόμη περισότερο τις αντοχές του Διαχειριστή, ο οποίος -με εισηγμένη μητρική εταιρία και στρατηγικό επενδυτή- λειτουργεί ήδη επί μήνες χωρίς να γνωρίζει το ύψος του ρυθμιζόμενου εσόδου και των εγκεκριμένων δαπανών του για τα επόμενα έτη, και με υπαρκτό τον κίνδυνο να περικοπούν δαπάνες που έχει ήδη πραγματοποιήσει.
Το έσοδο που λαμβάνει έως σήμερα από τη ΡΑΕ δεν έχει αναπροσαρμοστεί κατάλληλα ώστε ο Διαχειριστής να εισπράττει τα προβλεπόμενα, τόσο για τα έργα που έχει ήδη ολοκληρώσει και ηλεκτρίσει, όσο και για τις αυξημένες λειτουργικές του δαπάνες.
Διατήρηση του εύλογου εσόδου
Το WACC 7,5% που εισηγήθηκε ο ΑΔΜΗΕ προς τη ΡΑΕ ίσως πρέπει να αυξηθεί ακόμη περισσότερο ώστε να ανταποκρίνεται πλήρως στη ραγδαία μεταβολή των μακροοικονομικών συνθηκών, καθώς το ύψος του καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από παράγοντες όπως η εξέλιξη των επιτοκίων και των κρατικών και εταιρικών ομολόγων. «Όλοι γνωρίζουμε πόσο έχει ενταθεί η αβεβαιότητα σε διεθνές επίπεδο με τα δραματικά γεγονότα των τελευταίων τριών μηνών», σχολιάζουν πηγές στον ΟΤ.
Ενώ το ύψος του WACC είναι κρίσιμο για την οικονομική βιωσιμότητα του Διαχειριστή ώστε να υλοποιεί απρόσκοπτα τις επενδύσεις του, ελάχιστη είναι η επίπτωση που έχει στον λογαριασμό του τελικού καταναλωτή.
«Είναι χαρακτηριστικό ότι 1% χαμηλότερο WACC του ΑΔΜΗΕ μεταφράζεται σε ετήσιο όφελος μόλις 1,70 ευρώ για έναν οικιακό καταναλωτή, δηλαδή 0,2% με 0,3% του ετήσιου λογαριασμού, ανάλογα με τις τιμές της χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρικού ρεύματος», εξηγούν κύκλοι και συνεχίζουν: «Ακόμα και στους μεγάλους βιομηχανικούς καταναλωτές που συνδέονται στα δίκτυα Υψηλής Τάσης του ΑΔΜΗΕ, ελάχιστο είναι το όφελος που δημιουργεί το χαμηλότερο WACC και σε κάθε περίπτωση είναι πολύ μικρότερο από την αναπροσαρμογή των Χρεώσεων Χρήσης Συστήματος που εισηγήθηκε ο Διαχειριστής στη ΡΑΕ για το 2022 ώστε να ευθυγραμμιστεί η αναλογία τους με το ευρωπαϊκό πλαίσιο».
Πηγές του Διαχειριστή τονίζουν την ανάγκη για ένα σταθερό και προβλέψιμο ρυθμιστικό περιβάλλον και καθιστούν σαφές ότι ενδεχόμενη απόφαση για WACC μικρότερο από το προτεινόμενο θα προκαλούσε ερωτήματα σχετικά με τη λειτουργία του ρυθμιστικού πλαισίου και θα ήταν επιζήμια για την προσπάθεια δημιουργίας ευνοϊκού επενδυτικού κλίματος στη χώρα.
Όχι στη μείωση των λειτουργικών δαπανών
Η ενεργειακή κρίση προκαλεί αναταράξεις σε όλους τους τομείς της αγοράς.
Η εκτίναξη του κόστους του χρήματος οδηγεί, μεταξύ άλλων, σε ένα όλο και πιο δυσμενές πιστωτικό περιβάλλον και οι ανατιμήσεις στις πρώτες ύλες είναι πλέον καθημερινό φαινόμενο, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για την υλοποίηση κρίσιμων ενεργειακών έργων, που είναι απολύτως αναγκαία για την ασφάλεια εφοδιασμού και την ενεργειακή θωράκιση της χώρας σε βάθος χρόνου.
Παράλληλα, την ώρα που υπάρχει αυξημένη ζήτηση στελεχών για να προχωρήσουν οι μεγάλες ενεργειακές επενδύσεις που έχει δρομολογήσει ο Διαχειριστής, παρατηρούνται αυξανόμενες τάσεις «φυγής» καταρτισμένου προσωπικού κυρίως προς τον κλάδο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, αλλά και προς άλλες εταιρείες του ενεργειακού κλάδου που προσφέρουν ιδιαίτερα ικανοποιητικές παροχές και προοπτικές επαγγελματικής εξέλιξης.
Σε μία ολοένα και πιο ανταγωνιστική αγορά, η δημιουργία νέων ελκυστικών θέσεων απασχόλησης που θα επιτρέψουν στον Διαχειριστή να προσελκύσει υψηλού επιπέδου κατάρτισης επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό, προκειμένου να τρέξει αποτελεσματικά το φιλόδοξο επενδυτικό του πρόγραμμα αλλά και να διασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία και συντήρηση του ηλεκτρικού Συστήματος, αναδεικνύεται σε υψηλή προτεραιότητα για τα επόμενα χρόνια. Εξάλλου, η Ρυθμιστική Αρχή γνωρίζει το πρόβλημα αυτό από πρώτο χέρι καθώς αντιμετωπίζει αντίστοιχες καταστάσεις και το αίτημά της προς την Πολιτεία για αύξηση των λειτουργικών της δαπανών είναι δίκαιο και υποστηρίζεται και από τον Διαχειριστή.
Αύξηση
Με αυτά τα δεδομένα είναι σαφές ότι επιβάλλεται η αύξηση των Λειτουργικών Δαπανών του Διαχειριστή για την περίοδο 2022-2025, ανάλογα με τον ρυθμό αύξησης των δραστηριοτήτων, των έργων και των αναγκών του, όπως έχει εισηγηθεί.
Στην αναλυτική εισήγηση που υπέβαλε ο Διαχειριστής στη ΡΑΕ – ήδη από τον Οκτώβριο του 2021 – σχετικά με τις προβλεπόμενες λειτουργικές δαπάνες της περιόδου 2022-2025, το σημαντικότερο έξοδο προκύπτει από την επιτακτική ανάγκη για στελέχωση.
Κατά την τελευταία δεκαετία, το ανθρώπινο δυναμικό του Διαχειριστή ήταν σε χαμηλότερα από τα αναγκαία επίπεδα, λόγω της εφαρμογής μνημονιακών δεσμεύσεων, οι οποίες επέβαλλαν συγκεκριμένη αναλογία αποχωρήσεων – προσλήψεων. Σήμερα ωστόσο, είναι απολύτως αναγκαίο να πραγματοποιηθούν προσλήψεις, ώστε να ενισχυθεί το υπάρχον ανθρώπινο δυναμικό με εργαζόμενες/ους νεότερης ηλικίας και υψηλών προοπτικών επαγγελματικής εξέλιξης, που θα απασχοληθούν στα μεγάλα ενεργειακά έργα σε όλη την Ελλάδα. Παράλληλα, το νεοεισερχόμενο προσωπικό θα καλύψει και θέσεις εργασίας με κύριες αρμοδιότητες τη διασφάλιση της αδιάλειπτης ηλεκτροδότησης της χώρας, και τη συντήρηση του εξοπλισμού και των εγκαταστάσεων του δικτύου ώστε να μειωθούν πιθανότητες βλαβών και διακοπών, και να αντιμετωπιστούν οι αυξημένες προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής. Σε περίπτωση που η στελέχωση του Διαχειριστή εξαιτίας περικοπών δεν είναι ικανοποιητική, είναι δεδομένο ότι το επίπεδο ποιότητας παροχής υπηρεσιών ηλεκτροδότησης θα είναι χαμηλότερο στο μέλλον.
Επιπλέον, ο Διαχειριστής όπως έχει ήδη προτείνει στη ΡΑΕ, θα μπορούσε να περιορίσει το μισθολογικό του κόστος υπό την προϋπόθεση έγκρισης από την Αρχή εκτεταμένων προγραμμάτων οικειοθελούς αποχώρησης, σε αναλογία με τις πρακτικές αντίστοιχων προγραμμάτων που έχουν εφαρμοστεί σε μεγάλες επιχειρήσεις διαφόρων κλάδων, ώστε τα προγράμματα να θεωρούνται ελκυστικά και να επιτύχουν εν τέλει τα επιθυμητά αποτελέσματα.
Τυχόν περικοπή των ανωτέρω προσλήψεων θα αφαιρούσε από τον Διαχειριστή τα απαραίτητα «εργαλεία» για την επιτέλεση τόσο των διαχρονικών αρμοδιοτήτων του, όσο και των καίριων αναπτυξιακών στόχων που του έχει θέσει η Πολιτεία.
πηγή: Οικονομικός Ταχυδρόμος