Μια νέα έκθεση με τίτλο “Achieving the Digital Decade: Recovery & Resilience Plan Contribution”, η οποία διενεργήθηκε από την Deloitte για λογαριασμό της Vodafone, αποκαλύπτει ότι η Ευρώπη πρέπει να καλύψει σημαντικά κενά, προκειμένου να επιτύχει τους φιλόδοξους στόχους Ψηφιακής Δεκαετίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το 2030. Με βάση την οικονομική ανάλυση των Εθνικών Σχεδίων Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας 20 κρατών μελών, έναντι των στόχων της Ψηφιακής δεκαετίας για το 2030, τα κενά φαίνονται μεγαλύτερα όσον αφορά την ψηφιακή υποδομή, τους ειδικούς στον τομέα των Τεχνολογιών Πληροφορικής & Επικοινωνιών (ΤΠΕ), την ψηφιοποίηση των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων (ΜμΕ) και την υιοθέτηση λύσεων cloud.
Συνεισφορά των Εθνικών σχεδίων Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας στους στόχους της Ψηφιακής Δεκαετίας για το 2030
Παρόλο που οι Ψηφιακές Υποδομές αποτελούν το θεμέλιο που θα στηρίξει και τις τέσσερις προτεραιότητες της Ψηφιακής Δεκαετίας (Δεξιότητες, Ψηφιακός Μετασχηματισμός Επιχειρήσεων, Ασφαλείς και Βιώσιμες Ψηφιακές Υποδομές και Ψηφιοποίηση Δημόσιων Υπηρεσιών), τα κράτη – μέλη φαίνεται να επενδύουν το χαμηλότερο ποσό Kεφαλαίων Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) προς την κατεύθυνση αυτή.
Τα συνδυασμένα σχέδια ανάκαμψης της ΕΕ από τα 20 κράτη μέλη κατανέμουν 47 δισ. ευρώ σε Δεξιότητες, 40 δισ. ευρώ στην στήριξη της Ψηφιοποίησης των ΜμΕ και της υιοθέτησης cloud για επιχειρήσεις, 30 δισ. ευρώ στις Δημόσιες Υπηρεσίες και μόλις 18 δισ. ευρώ στις Ψηφιακές Υποδομές. Οι επενδύσεις σε 20 Εθνικά Σχέδια Ευρυζωνικότητας κρατών μελών και τα σχέδια ανάκαμψης της ΕΕ για ψηφιακή συνδεσιμότητα ανέρχονται σε μόλις 46% των εκτιμώμενων επενδύσεων ύψους 210 δισ. ευρώ που απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων του 2025, ενώ απαιτούνται περαιτέρω επενδύσεις για την κάλυψη αυτού του κενού.
Ενώ υλοποιούνται σημαντικές επενδύσεις από τα κράτη – μέλη μέσω των Εθνικών Σχεδίων Ευρυζωνικότητας, είναι προφανές ότι μόνον τα Κεφάλαια Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας δεν θα επιφέρουν την επιτάχυνση που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων της Ψηφιακής δεκαετίας για το 2030. Διότι θα απαιτηθούν περισσότερες δημόσιες επενδύσεις, επιπλέον των πολιτικών μεταρρυθμίσεων που ενθαρρύνουν τις ιδιωτικές επενδύσεις και βελτιώνουν τη συνολική υγεία του κλάδου, εάν η Ευρώπη επιθυμεί να επιτύχει τους στόχους της έως το τέλος της δεκαετίας.
Αυτό που διαφαίνεται σε όλα τα σχέδια ανάκαμψης της ΕΕ, είναι ότι η χρηματοδότηση δράσεων ανάκαμψης που συνδέεται με την ψηφιοποίηση των ΜμΕ αντιπροσωπεύει μόνο περίπου το 10% των τρεχουσών δαπανών ψηφιοποίησης ΜμΕ σε ολόκληρη την ΕΕ. Αυτό μπορεί να αποδειχθεί ανεπαρκές εάν ληφθεί υπόψη ότι η επίτευξη του στόχου για το 2030 θα απαιτήσει την ψηφιοποίηση ενός επιπλέον τρίτου του συνόλου των ΜμΕ έως το 2030. Οι μικρότερες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις ενδέχεται να δυσκολευτούν να φτάσουν σε ένα βασικό επίπεδο ψηφιακής έντασης έως το 2030, να εντείνουν τις δραστηριότητές τους ή να αποκομίσουν τα οφέλη που συνεπάγεται η αξιοποίηση του cloud, της AI και των Big Data.
Το εύρος της απόκλισης για την επίτευξη των Στόχων Ψηφιακής Δεκαετίας του 2030 ποικίλλει μεταξύ των κρατών μελών
Η έκθεση καταδεικνύει ότι τα κράτη – μέλη εμφανίζουν διαφορετικές ελλείψεις σε σχέση με τους Στόχους της Ψηφιακής Δεκαετίας για το 2030. Για παράδειγμα, όσον αφορά την κάλυψη δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας (VHCN), η Δανία και το Λουξεμβούργο απέχουν ήδη λιγότερο από 10% από τον Στόχο τους για το 2030, ενώ άλλες χώρες υπολείπονται πάνω από 90% για να καλύψουν πλήρως τις ελλείψεις αυτές. Ενώ συχνά τα μέτρα ψηφιοποίησης συσχετίζονται, η σύγκριση δείχνει ότι ορισμένα κράτη – μέλη ενδέχεται να αντιμετωπίσουν μεγαλύτερες προκλήσεις σε ορισμένους τομείς. Για παράδειγμα, ενώ η Λετονία, η Πορτογαλία και η Ρουμανία έχουν ήδη επιτύχει σημαντικά επίπεδα υλοποίησης δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας, ενδέχεται να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο οι εργαζόμενοι και οι εταιρείες των χωρών αυτών να μην έχουν τη δυνατότητα να εκμεταλλευτούν πλήρως τη συνδεσιμότητα αυτή ως κινητήριο μοχλό ανάπτυξης, δεδομένου ότι τα ποσοστά βασικών ψηφιακών δεξιοτήτων τους, και τα ποσοστά ειδικών στον τομέα των ΤΠΕ είναι χαμηλότερα σε σύγκριση με άλλα κράτη μέλη.
Ο Sam Blackie, Συνεργάτης και Επικεφαλής του EMEA Economic Advisory της Deloitte, δήλωσε: «Ενώ τα κράτη μέλη δεσμεύουν σημαντικά κονδύλια για τον ψηφιακό μετασχηματισμό των οικονομιών τους, η έρευνα καταδεικνύει ότι ενδέχεται να απαιτηθούν περαιτέρω ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις σε ορισμένους τομείς για την επίτευξη των στόχων αυτών. Στα επόμενα χρόνια, κάθε χώρα πρέπει να αξιολογήσει τον καλύτερο τρόπο με τον οποίο θα γεφυρώσει το ενδεχόμενο κενό χρηματοδότησης, λαμβάνοντας υπόψη διάφορους παράγοντες, όπως η οικονομία, η πυκνότητα του πληθυσμού, η δημογραφία και η γεωγραφία της περιοχής.»
Ο Joakim Reiter, Διευθυντής Εξωτερικών Υποθέσεων του Ομίλου Vodafone προσέθεσε τα εξής: «Καθώς ανοικοδομούμε τις κοινωνίες και τις οικονομίες μας ύστερα από την καταστροφική αυτή πανδημία, το πρόγραμμα ανάκαμψης και η χρηματοδότηση της Ευρώπης προσφέρουν μια μοναδική ευκαιρία για την αντιμετώπιση των ψηφιακών χασμάτων της Ευρώπης και την προώθηση της ΕΕ προς την επόμενη ψηφιακή δεκαετία και ακόμη παρακάτω. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πρέπει να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια για να αντληθεί το μέγιστο όφελος από τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Η συνδεσιμότητα αποτελεί την κινητήρια δύναμη καθενός από τους στόχους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ψηφιακή Δεκαετία έως το 2030. Δυστυχώς, σε πλήρη αντίθεση με τις ΗΠΑ ή με πολλές περιοχές της Ασίας, δεν βλέπουμε τα Gigabit δίκτυα και το 5G να έχουν λάβει προτεραιότητα σε ολόκληρη την Ευρώπη ως σύνολο. Εάν η Ευρώπη θέλει να επιτύχει τους κοινούς στόχους της για την Ψηφιακή Δεκαετία, πρέπει να υπάρχουν σαφώς καθορισμένοι στόχοι που να διασφαλίζουν το κατάλληλο επίπεδο φιλοδοξίας. Όλες οι χρηματοδοτικές ροές ανάκαμψης της ΕΕ πρέπει να συνδυαστούν αρμονικά, καταλήγοντας στο ίδιο τελικό σημείο. Εάν κατορθώσουμε να το επιτύχουμε αυτό, αξιοποιώντας κεφάλαια, μεταρρυθμίσεις και την κλίμακα της ευρωπαϊκής ενιαίας αγοράς, θα μπορέσουμε μαζί να ανοικοδομήσουμε καλύτερα για τους Ευρωπαίους και να κάνουμε την Ευρώπη πιο ευημερούσα, πράσινη και ανταγωνιστική.»
Σύμφωνα με τη Vodafone, απαιτούνται αρκετές αλλαγές για την υλοποίηση μιας μελλοντικής συνδεδεμένης Ευρώπης
Βάσει των νέων αυτών ευρημάτων, η Vodafone ενθαρρύνει τα κράτη μέλη, τους υπευθύνους χάραξης πολιτικής, τις ρυθμιστικές αρχές και τους παρόχους να εξετάσουν τις παρακάτω 5 δράσεις:
- Τα κράτη μέλη πρέπει να διαθέσουν επαρκή κεφάλαια για να διασφαλίσουν ότι μπορούν να επιτύχουν τους φιλόδοξους στόχους της Ψηφιακής Δεκαετίας. Χωρίς αυτήν τη μακροπρόθεσμη προσέγγιση, είναι σαφές ότι το επενδυτικό χάσμα θα διευρυνθεί, ιδίως σε ό,τι αφορά στη συνδεσιμότητα που θα τροφοδοτήσει τη μετάβαση προς μια ψηφιακή και πράσινη οικονομία.
- Τα κράτη μέλη πρέπει να κινηθούν γρήγορα για να καθορίσουν σαφή ορόσημα και στόχους για επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις στα εθνικά τους σχέδια.
- Πρέπει να δοθεί πολύ μεγαλύτερη έμφαση στις μεταρρυθμίσεις για την οικοδόμηση ανθεκτικότητας. Οι κυβερνήσεις πρέπει να εξαλείψουν τα εμπόδια στην ανάπτυξη και να διευκολύνουν την κοινή χρήση των υποδομών, προκειμένου να μειώσουν το κόστος ανάπτυξης και να μειώσουν την επικάλυψη όταν αυτό δεν επηρεάζει δυσμενώς τον ανταγωνισμό, βοηθώντας έτσι περισσότερους Ευρωπαίους να έχουν πρόσβαση σε συνδεσιμότητα υψηλής ταχύτητας με ενεργειακά αποδοτικό τρόπο.
- Οι κυβερνήσεις πρέπει να διασφαλίσουν ότι η αδειοδότηση χρήσης του ραδιοφάσματος ενθαρρύνει τις επενδύσεις και όχι τη στόχευση τελών που δεν συμβάλλουν στην ανάπτυξη περισσότερων δικτύων υψηλής ταχύτητας σε ολόκληρη την Ευρώπη.
- Οι κυβερνήσεις πρέπει να επιδοτούν το 5G σε αγροτικές περιοχές όπου θεωρείται οικονομικά ασύμφορο, προκειμένου να βοηθήσουν στο γεφύρωμα του αυξανόμενου χάσματος αστικής- αγροτικής συνδεσιμότητας και να επιτύχουν τον στόχο της Ψηφιακής Δεκαετίας για τη συνδεσιμότητα 5G για όλες τις κατοικημένες περιοχές. Αυτό συνεπάγεται την αναγνώριση ότι το 5G θα φέρει σημαντικές αλλαγές στην ποιότητα και τις ταχύτητες.