Επιχειρήσεις

Το νέο κύμα γρήγορων εξαγορών και συγχωνεύσεων

Η νέα στρατηγική εξαγορών είναι γρήγορη, κυρίως όμως επιθετική. Δεν αρκούνται στην εξαγορά της εταιρείας στόχου αλλά γύρω από αυτήν «κτίζεται» με άλλες εξαγορές ο νέος όμιλος. Αυτό είναι το διεθνές κλίμα στις εξαγορές και συγχωνεύσεις. Με κάποια επιφανειακή ματιά, το τοπίο επενδύσεων στην ελληνική αγορά είναι τακτοποιημένο, ίσως και δυναμικό αφού δραστηριοποιούνται επενδυτικές εταιρείες αγοράζοντας μεγάλες και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις. Κάτω από την επιφάνεια, που δίνει εικόνα ήρεμης λίμνης, για κάποιον που κολυμπάει υποβρύχια, ο βυθός μπορεί να προκαλεί ανησυχία.

Τι επενδυτές προσελκύει η ελληνική αγορά; Ο επιχειρηματίας Σ. Θεοδωρόπουλος, που ανήκει σε ένα ιδιαίτερο είδος διανοητών – σκεπτόμενων επιχειρηματιών, σε πρόσφατη ομιλία δεν δίστασε να κοιτάξει κάτω από την επιφάνεια. Η κύρια δραστηριότητα άμεσων ξένων επενδύσεων προέρχεται από επενδυτικές εταιρείες που έχουν τοποθετήσει στην ελληνική αγορά περίπου 8-9 δισ. ευρώ, εξαγοράζοντας εταιρείες. Δεν γίνονται επενδύσεις, πρόσθεσε, από στρατηγικούς επενδυτές και αναρωτήθηκε τι θα συμβεί μετά από 4-5 χρόνια όταν τα funds θελήσουν να αποεπενδύσουν…

Η απάντηση που δεν θέλησε να δώσει, αλλά προκύπτει από τη διεθνή εμπειρία, είναι ότι οι εταιρείες αυτές έχουν περιορισμένο ορίζοντα στον οποίο είναι αναγκασμένες να πωλήσουν είτε ολόκληρη την εταιρεία είτε στοιχεία της περιουσίας της.

Η κύρια δραστηριότητα άμεσων ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα προέρχεται από επενδυ- τικές εταιρείες.

Πριν από λίγα χρόνια κάθε εξαγορά από ξένη επιχείρηση κατ’ αρχήν ήταν καλοδεχούμενη. Σήμερα, γνωρίζουμε γιατί (πρέπει να) αποτρέπουμε εξαγορές εταιρειών από αυταρχικά κράτη που επιδιώκουν τον έλεγχο της υποδομής και τεχνολογίας της δημοκρατικής δύσης.

Επιπλέον, στη σημερινή ψηφιακή εποχή, εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης επιταχύνουν τις εξελίξεις, επιτρέποντας τον εντοπισμό ευκαιριών που δεν είναι προφανείς. Ανάμεσά τους και εταιρείες στόχοι. Η νέα τακτική προβλέπει ότι η εταιρεία που εξαγοράστηκε λειτουργεί ως πλατφόρμα στην οποία προσθέτουν άλλες συμπληρωματικές. Ερευνα της McKinsey αναφέρει ότι το 2004 οι επιπρόσθετες εξαγορές που συμπληρώνουν εταιρεία που εξαγοράστηκε, ήταν το 43% των εξαγορών, στο τέλος του 2020 το 71% των εξαγορών εταιρειών ήταν συμπληρωματικές για να «πακεταριστεί» ο αρχικός στόχος.

Η συνεχής δραστηριότητα εξαγορών και συγχωνεύσεων των εταιρειών αυτών δεν είναι διαδικασία ανάδειξης υποτιμημένων αξιών που κρύβονται σε «καθυστερημένες» εταιρείες. Δεν είναι ούτε καν ζήτημα ανάδειξης σωστής διοίκησης που θα φροντίσει να αναπτυχθούν οι εταιρείες. Στόχος των προγραμμάτων που καθοδηγούν τη στρατηγική εξαγορών δεν είναι η ανάπτυξη των επιμέρους εταιρειών. Είναι η βελτίωση της απόδοσης του χαρτοφυλακίου της επενδυτικής εταιρείας. Να υπάρχει καλύτερη κερδοφορία συνολικά ώστε η εταιρεία επενδύσεων να εξασφαλίσει υψηλότερα ποσά. Δεν ενδιαφέρει το μέλλον της εταιρείας που εξαγοράστηκε, αλλά η απόδοση του χαρτοφυλακίου εταιρειών.

Οι στατιστικές αναφέρουν ότι με πιθανότητα 35% οι εταιρείες πετυχαίνουν για διάστημα 5-10 ετών σταθερή άνοδο κερδών. Τα ψηφιακά εργαλεία υπόσχονται ότι θα αυξήσουν τις πιθανότητες αυτές. Ο στόχος επιδιώκεται με έντονες, μεγάλες κινήσεις από τη νέα ιδιοκτησία-διοίκηση. Πραγματοποιούν ισχυρές πρωτοβουλίες όπως μεγάλη τοποθέτηση κεφαλαίων στην επιχείρηση που εξαγοράστηκε, π.χ. μεγάλη αύξηση κεφαλαίου ή δραστικά προγράμματα ψηφιοποίησης και βελτίωσης της παραγωγικότητας. Δεν τους προβληματίζουν οι πόροι που απαιτούνται όσο ο γρήγορος μετασχηματισμός της εταιρείας. Καθώς υπάρχει διαθεσιμότητα κεφαλαίων οι εταιρείες πρέπει γρήγορα να αλλάξουν κατηγορία και να ετοιμαστούν για την έξοδο. Είναι αγώνας ταχύτητας, μετά τον οποίο οι εταιρείες είναι διαφορετικές, συνήθως υπερχρεωμένες.

πηγή: Καθημερινή

close menu