Το πώς η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να αποτελέσει σταδιακά το όχημα για την καταπολέμηση του οικονομικού εγκλήματος, με την ανθρώπινη συμμετοχή, ωστόσο, να είναι απαραίτητη σε αυτή τη διαδικασία, βρέθηκε στο επίκεντρο του Ετήσιου Συνεδρίου του Ινστιτούτου Εσωτερικών Ελεγκτών Ελλάδας (IIA Greece) που διεξάγεται σήμερα 12 Νοεμβρίου, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Στην πολύ ενδιαφέρουσα αυτή ενότητα, η Τούλα Ευθυμίου, Chief Money Laundering Officer of Financial Crime Compliance, της Εθνικής Τράπεζας ξεκίνησε την ομιλία της, τονίζοντας ότι στη σημερινή εποχή το οικονομικό έγκλημα εξακολουθεί σε μεγάλο βαθμό να αντιμετωπίζεται με παλιές τεχνολογίες, κάτι που δεν αποδεικνύεται πλέον αποτελεσματικό, αναδεικνύοντας την ανάγκη για τη χρήση νέων τεχνικών.
Κατά την κ. Ευθυμίου, είναι πλέον βαρύνουσας σημασίας να διαμορφωθεί ένα πιο στοχευμένο πρόγραμμα alerting, προκειμένου να θωρακίσει τις τράπεζες απέναντι στις απειλές των απατεώνων, σε μια χρονική στιγμή μάλιστα που οι εγκληματίες εξελίσσουν συνεχώς τις τεχνικές τους και βρίσκουν ‘’παραθυράκια’’ στα συστήματά τους.
Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά: «Πρέπει να είμαστε ένα βήμα μπροστά από τους απατεώνες, να βρίσκουμε έξυπνες λύσεις και να τροποποιούμε τις διαδικασίες. Θα πρέπει τα πάντα να γίνονται σε real time», προσθέτοντας, επίσης, ότι η αυξανόμενη κατανόηση της τεχνητής νοημοσύνης θα φέρει θεμελιώδεις αλλαγές, αλλά και εύρος, κλίμακα και ολιστικές προσεγγίσεις, στην ανάλυση και την παρακολούθηση των οικονομικών εγκλημάτων.
Επιπλέον, κατά την κ. Ευθυμίου, τα σύγχρονα πληροφοριακά συστήματα ανιχνεύουν πολύ συγκεκριμένες τεχνολογίες που μπορούν να παρακαμφθούν εύκολα από τους απατεώνες, καθώς ο κάθε χρηματοπιστωτικός οργανισμός εργάζεται απομονωμένα και αυτό δημιουργεί πρόσθετους κινδύνους. Σε αυτό το σημείο υπογράμμισε ότι «τα μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης εκπαιδεύονται με την πάροδο του χρόνου να λαμβάνουν γρήγορες αποφάσεις και να δίνουν προτεραιότητα στον πραγματικό κίνδυνο».
Σύμφωνα με το στέλεχος της Εθνικής Τράπεζας, «τα συνεχώς μεταβαλλόμενα πρότυπα απάτης με τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης προστίθενται στα συστήματά των τραπεζών και πλέον μας δίνουν υλικό για να μπορέσουμε να τα αντιμετωπίσουμε, με αποτέλεσμα να φτάσουμε τελικά στην πρόληψη του εγκλήματος. Αξιοποιώντας το ΑΙ, μπορούμε να δημιουργήσουμε πληροφοριακά συστήματα και με απλούς κανόνες, να τροποποιούμε τις οδηγίες που η κάθε αρχή θεσπίζει για την καταπολέμηση του οικονομικού εγκλήματος. Η χρήση αυτών των μοντέλων θα διευκολύνει την ανταλλαγή πληροφοριών για τα περιστατικά».
Σε αυτό το σημείο, η κ. Ευθυμίου συμπλήρωσε ότι το 2025 αναμένεται να υπάρξουν περισσότερες οδηγίες και κατευθύνσεις που θα βελτιώσουν τη συνολική αποδοτικότητα της χρήσης της τεχνητής νοημοσύνης στην καταπολέμηση του οικονομικού εγκλήματος, δίνοντας, ωστόσο, έμφαση στο γεγονός ότι παρά την πρόοδο που μπορεί να φέρει το ΑΙ, ο ανθρωπος δεν μπορεί να αντικατασταθεί από ένα πλήρως αυτοποιημένο σύστημα. Ως εκ τούτου, αυτό που πρέπει να επιτευχθεί είναι η συνέργεια των δύο πλευρών, η τεχνητή νοημοσύνη να συνδυαστεί με την ανθρώπινη εμπειρία. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα ένα καλά δομημένο σύστημα ελέγχου για μια πιο ασφαλή και παραγωγική λύση σε σχέση με την αποτροπή του οικονομικού εγκλήματος.